11/27/2009

ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ: Βραδύτητα και δυσλειτουργίες.

[Σημείωση: Eπειδή ζητιέται ιδιαίτερα τόσο από τους Νομικούς όσο και από τους Πολίτες ως αγαπημένο ανάγνωσμα αναδημοσιεύεται στην πρώτη θέση το άρθρο "ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ: Βραδύτητα και δυσλειτουργίες".
Διαβάστε και τα ΝΕΑ άρθρα:
ΤΑ "ΜΑΡΜΑΡΑ" ΤΟΥ ΠΑΡΘΕΝΩΝΑ
ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ
ΤΕΛΟΣ ΣΤΗ ΒΙΑ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ -
- ΑΝΑΓΚΑΙΑ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ

καθώς και τις ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ στο Νομοσχέδιο για την τροποποίηση του ΚΠΔ, για τα ναρκωτικά και τις φυλακές.]



ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ: Βραδύτητα και δυσλειτουργίες.

Η μεγάλη βραδύτητα και η δυσλειτουργία της απονομής της Δικαιοσύνης δημιουργεί μια κατάσταση όπου αυτός που έχει δίκιο φοβάται και αυτός που έχει άδικο ελπίζει !
Όλοι γνωρίζουν ότι το πρόβλημα της επιβράδυνσης της απονομής της Δικαιοσύνης είναι πρόβλημα δομικό και λειτουργικό. Συνεπώς δεν λύνεται, όπως δεν λύνεται κανένα δομικό πρόβλημα, με αποσπασματικές και ευκαιριακές νομοθετικές ρυθμίσεις και κυρίως δεν λύνεται με εξαγγελίες καλών προθέσεων.
Είναι αυτονόητο ότι η σύσταση αμοιβόμενων επιτροπών και παραεπιτροπών δεν λύνει βέβαια τα προβλήματα. Επισωρεύει προβλήματα στους φορολογούμενους, που πρέπει να πληρώνουν το κόστος των επιτροπών ! Άλλωστε είναι γνωστό πως ο καλλίτερος τρόπος
για να μη λύνεις στην πραγματικότητα ένα προβλημα είναι να συνιστάς μια επιτροπή !
Αυτό που ελλείπει (όπως και σε όλους τους τομείς του ελληνικού κράτους) είναι ένα στρατηγικό σχέδιο (strategic plan), με έμπνευση και ρεαλισμό, στο οποίο θα συμπεριλαμβάνονται και θα συναντιμετωπίζονται όλοι οι πραγματικοί παράγοντες και οι καταλυτικές παράμετροι δυσλειτουργίας του συστήματος.
Το αποτέλεσμα των ελλείψεων και παραλείψεων της Πολιτείας είναι ότι οι πολίτες φραστικά μεν δηλώνουν ότι “έχουν απόλυτη εμπιστοσύνη στην Ελληνική Δκαιοσύνη” φτάνει να μη χρειάζεται να προσφύγουν ενώπιόν της !
Η βραδύτητα της Δικαιοσύνης αποτελεί, εκτός των άλλων, και δευτερογενή παράγοντα επίτασης και έντασης της εγκληματικότητας. Η πρόληψη του εγκλήματος και της εγκληματικότητας δεν συναρτάται κυρίως με την αυστηρότητα των ποινών, όπως προβάλλουν οι εκάστοτε πολιτικές ηγεσίες, που προτείνουν ως μόνο μέσο (δήθεν) “αντεγκληματικής πολιτικής” την αυστηροποίηση των ποινών, αλλά εξαρταται καθοριστικά από την βεβαιότητα και την αμεσότητα της ποινικής καταστολής.
Εάν η τιμώρηση ενός εγκλήματος καθυστερεί πέντε και δέκα και παραπάνω χρόνια, ποια εγκληματοπροληπτική επίδραση μπορεί να έχει η λειτουργία ενός συστήματος Δικαιοσύνης, που με την καθυστέρησή του δίνει εντύπωση “ατιμωρησίας” ;
Συνήθως επισημαίνονται “τεχνολογικά αίτια” και “ποσοτικά αίτια” της επιβράδυνσης της απονομής της Δικαιοσύνης, τα οποία βεβαίως είναι υπαρκτά. Βεβαίως εφόσον ελλείπουν δικαστές, εισαγγελείς και υπάλληλοι, ελλείπει η αναγκαία μηχανοργάνωση των Δικαστηρίων και οι αναγκαίες υλικές και τεχνικές υποδομές, η απονομή της Δικαιοσύνης επιβραδύνεται.
Όμως δυστυχώς τα αίτια της δυσλειτουργίας του συστήματος της Δικαιοσύνης είναι πολύ βαθύτερα (αίτια βαθιάς δομής) και δεν λύνονται μαγικά με τεχνολογικό τρόπο ! Υπάρχουν παράγοντες,που συλλειτουργούν στη βαθιά δομή και επηρεάζουν καταλυτικά την όλη λειτουργία του συστήματος της Δικαιοσύνης.
Πρέπει κάποτε να σταθούμε απέναντι στα βαθιά δομικά αίτια και να τα κοιτάξουμε κατάματα, όσο κι αν δεν είναι δημοφιλή, και να πούμε κάποτε ΑΛΗΘΕΙΑ. Βέβαια ο καθρέφτης της Αλήθειας έχει το δυσάρεστο μειονέκτημα ότι μας απεικονίζει και μας σαν παράγοντες του προβλήματος !
Στη ρίζα της επιβράδυνσης των υποθέσεων βρίσκεται ένα ουσιαστικό έλλειμμα Νομικής Παιδείας όλων των παραγόντων της δικαστικής διαδικασίας. Αυτό είναι ένα δομικό αίτιο πολλών δυσλειτουργιών του Ελληνικού κράτους.
Μετά από τέσσερα με πέντε χρόνια νομικών σπουδών, ένα με δύο χρόνια για μεταπτυχιακά στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό, διδακτορικά και άλλους “ευαγείς τίτλους” και μεγάλο διάστημα ανούσιας άσκησης για την άδεια της δικηγορίας, δικηγόροι, χωρίς δική τους ουσιαστικά ευθύνη αλλά με πλήρη ευθύνη του Ελληνικού (τύπου) συστήματος “νομικής παιδείας”, είναι, στην μεγάλη πλειοψηφία τους, εντελώς ανέτοιμοι να συντάξουν μια ορθή μήνυση ή μια ορθή αγωγή και να αναλάβουν υπεύθυνα και να χειρισθούν μια υπόθεση.
Όμοια δικαστές, χωρίς δική τους ουσιαστικά ευθύνη αλλά με πλήρη ευθύνη του Ελληνικού (τύπου) συστήματος “νομικής παιδείας”, δεν διαθέτουν τις απόλυτα αναγκαίες γνώσεις για να διευθύνουν σωστά και λειτουργικά μια διαδικασία και να κρίνουν και να αποφασίσουν ορθά, αποτελεσματικά και κατά τρόπο που να πείθει αδιαμφισβήτητα τους πολίτες για το κύρος της απόφασής τους. Η διεύθυνση της διαδικασίας, που είναι το λειτουργικό κέντρο της δικαστικής διαδικασίας- η λειτουργική καρδιά της, επαφίεται ουσιαστικά στο ταλέντο και στην φιλοτιμία των δικαστών.
Το έργο των δικαστών απαιτεί, εκτός των άλλων, και πλήρη και ενδελεχή γνώση ευρύτατου φάσματος νομικών θεμάτων και ζητημάτων και εφαρμοστέων νόμων, ώστε ο δικαστής να μπορεί να εφαρμόσει ορθά τον κατάλληλο νόμο σε κάθε πραγματική περίπτωση που κρίνει. Εφοδίασε όμως το Ελληνικού τύπου σύστημα “νομικής παιδείας” τους δικαστές με τις αναγκαίες νομικές γνώσεις, ώστε να γνωρίζουν άριστα τα νομικά θέματα και ζητήματα, που μπορεί να προκύψουν σε κάθε δίκη, και μάλιστα στις ποινικές δίκες, που έχουν την αμεσότητα του ακροατηρίου, καθώς και τους πολυποίκιλους νόμους, που καλούνται να εφαρμόσουν, ώστε να μπορούν με ταχύτητα και αποτελεσματικότητα να διεκπεραιώνουν τις δίκες ;
Δυσλειτουργική απόρροια αυτού του ελλείμματος γνώσης είναι το γνωστό φαινόμενο, όταν υποβάλλονται νομικές ενστάσεις, αυτοτελείς ισχυρισμοί και νομικά επιχειρήματα από συνηγόρους, ορισμένοι δικαστές να προσπαθούν να αποφύγουν την κρίση, δηλαδή να προσπαθούν να αρνησιδικήσουν (!), με “επιχειρήματα” του τύπου “αυτά τα ξέρουμε”, “δεν θα μας κάνετε μάθημα”, “πάρτε πίσω την ένσταση” κλπ, που εκθέτουν κατάφωρα την Ελληνική Δικαιοσύνη και το δικαστικό σώμα στα μάτια των συλλειτουργών της αλλά και των Πολιτών, στο όνομα των οποίων η Δικαιοσύνη απονέμεται και για χάρη των οποίων υπάρχει, κατά το Σύνταγμα. Αντί οι συγκεκριμένοι δικαστές να θεωρούν τους νομικούς ισχυρισμούς την σημαντικότερη ευκαιρία της καριέρας τους για να επιδείξουν τις νομικές γνώσεις τους και τη νομική εγκράτεια και επάρκειά τους).
΄Ετσι οι υποθέσεις χρονοτριβούν και καρκινοβατούν και διεκπεραιώνονται με βραδύτητα.
Δικηγόροι από την άλλη πλευρά, αντί να επιζητούν να μάθουν ουσιαστικά και να εμβαθύνουν στην Δικηγορία, να γνωρίζουν άριστα το Δίκαιο και την εφαρμογή του στη Νομική Πράξη, να μελετούν Επιστημονικά Περιοδικά και Επιστημονικά Βιβλία, να δομούν σωστά νομικούς ισχυρισμούς και νομικά επιχειρήματα, που είναι ο μόνος τρόπος για να πετύχουν στην καριέρα τους, “τα ξέρουν όλα” με το που πήραν την άδειά τους (!), επιδίδονται σε ερασιτεχνικούς αυτοσχεδιασμούς, δεν ασχολούνται με την απολύτως αναγκαία για τον Δικηγόρο συνεχιζόμενη εκπαίδευση και δια βίου μάθηση, δεν διαβάζουν γενικά και μάλιστα τις δικογραφίες και αδυνατούν να χειρισθούν ορθά τις υποθέσεις στα ακροατήρια.
Έτσι αντί να συμβάλλουν στην προαγωγή της δίκης επιδίδονται σε ανούσιες χρονοτριβές και μεγαλοσχήμονες φωνασκίες προς πρόσκαιρη κατανάλωση των πελατών τους (“μπορεί να πήρα ισόβια αλλά ο δικηγόρος μου τους τάπε”).
Είναι γεγονός ότι η καθαρογραφή των αποφάσεων χρονοτριβεί καταλυτικά. Οι προεδρεύοντες δικαστές όμως για να γράφουν τις αποφάσεις με ταχύτητα αλλά και με την αναγκαία για δικαστικές αποφάσεις νομική και πραγματολογική ορθότητα και ευστοχία πρέπει να γνωρίζουν να γράφουν ορθά αποφάσεις. Τους εφοδίασε όμως το Ελληνικό (ελληνικού τύπου !) σύστημα “νομικής παιδείας” με τις αναγκαίες γνώσεις για να γράφουν αποφάσεις ;
Συμπέρασμα: Χωρίς ουσιαστική, πλήρη και ενδελεχή Νομική Παιδεία και Εκπαίδευση, ήδη από τις Νομικές Σχολές, που είναι η πραγματική ρίζα του προβλήματος, τις οποίες χρυσοπληρώνει από το υστέρημά του ο Ελληνικός λαός (Προσοχή: η Ελληνική “ανώτατη παιδεία” ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΔΩΡΕΑΝ ! την χρυσοπληρώνουν όλοι οι φορολορούμενοι πολίτες μέσω του προϋπολογισμού) και χωρίς συνεχιζόμενη εκπαίδευση και δια βίου μάθηση δεν πρόκειται να επέλθει καμιά βελτίωση στην λειτουργία του συστήματος της Δικαιοσύνης ακόμη και αν “βελτιωθούν” όλες οι άλλες συνθήκες στα Ελληνικά Δικαστήρια.
Δεν είναι όμως μόνον το καταλυτικό έλλειμμα Νομικής Παιδείας αλλά και το καθοριστικό έλλειμμα νόμων ! Δεν εννοώ βέβαια ότι ελλείπουν ποσοτικά νόμοι (εντελώς αντίθετα: το Ελληνικό κράτος έχει ανεκκαθάριστους ισχύοντες νόμους αιώνων !).
Εννοώ ότι υπάρχει σημαντικό ποιοτικό έλλειμμα νόμων.
Η Ελληνική νομοθεσία είναι μια ιλαροτραγική αλόγιστη και ακαταλόγιστη υπερσυσσώρευση υπερπληθώρας ποιοτικά ελλειμματικών νόμων !
Η αφόρητη πολυνομία και η κατάφωρη κακονομία είναι ένα αλλο βαθύ αίτιο της δυσλειτουργίας του συστήματος της Δικαιοσύνης.
Νόμοι ασαφείς, πρόχειροι, ευκαιριακοί, αποσπασματικοί, ανύπαρκτης ή χαμηλής ποιότητας ταλανίζουν τους Νομικούς. Ένας τρελός χορός από νόμους όχι μόνον των δεκαετιών του ‘60 και του ‘50 αλλά και της κατοχής, του 1940, του 1930, του 1900, του 19ου αιώνα ισχύουν σαν ιστορικά απολιθώματα σαν να μην πέρασαν τα χρόνια και οι αιώνες και σαν να μη βρισκόμαστε στην τρίτη χιλιετία της ζωής της ανθρωπότητας.
Νόμοι μεγάλοι και μικροί, σε διάφορα μεγέθη και διάφορες συσκευασίες, για διάφορα θέματα, πιθανά και απίθανα, επίκαιρα και ανεπίκαιρα, πρέπει να εφαρμόζονται από δικαστές και εισαγγελείς, που είναι εξ ορισμού αδύνατο να τους γνωρίζουν, σε μια χώρα όπου “άγνοια νόμου δεν συγχωρείται” ούτε στους πολίτες, η οποία προχωρεί σαν το καβούρι ολοταχώς προς τα πίσω !
Οι χρησμοί του Μαντείου των Δελφών ήταν ασύγκριτα σαφέστεροι και καθαρότεροι από την Ελληνική νομοθεσία.
Το μεγαλύτερο μέρος των ποινικών υποθέσεων αφορούν Ειδικούς Ποινικούς Νόμους, για χιλιάδες θέματα, που είναι αδύνατο να τους γνωρίζει ακόμη και εξειδικευμένες Νομικός.
Η Πολιτεία έχει μεταβάλει τους έλληνες δικαστές, απαξίως προς την σπουδαιότητα του λειτουργήματός τους, σε “εισπράκτορες” ασφαλιστικών ταμείων, “εισπράκτορες” των ΔΟΥ, “εισπράκτορες” του Δημοσίου, “ελεγκτές πολεοδομικών παραβάσεων” κλπ.
Οι δικαστές και οι εισαγγελείς ασφυκτιούν λειτουργικά και ψυχολογικά να δικάζουν χρέη στα ασφαλιστικά ταμεία, στο ΙΚΑ, στο ΤΕΒΕ, στις Εφορίες, να ελέγχουν πολεοδομικές παραβάσεις σπιτιών και καταστημάτων κλπ.
Αυτή η κατάσταση υποβιβάζει και απαξιώνει τον δικαστή και τον μετατρέπει σε έναν “επικουρικό υπάλληλο” των δημοσίων υπηρεσιών και οργανισμών, που δεν μπορούν να λειτουργήσουν σωστά.
Έτσι ο δικαστής και ο εισαγγελέας αναγκάζεται να φέρει αγόγγυστα (γιατί δεν μπορεί να απεργήσει !) το βάρος της λειτουργίας των δημόσιων υπηρεσιών και οργανισμών, που οι υπάλληλοί τους απεργούν συνήθως για τις οικονομικές απολαβές τους αλλά όχι με θεσμικά αιτήματα για την καλλίτερη λειτουργία των υπηρεσιών τους προς όφελος και των απόντων εργοδοτών τους, δηλαδή των φορολογουμένων πολιτών.
Κάποιος επί τέλους πρέπει να πάρει την απόφαση για αποποινικοποίηση αυτών των πράξεων, που δεν είναι βέβαια εγκλήματα αλλά απλές διοικητικές παραβάσεις, για τις οποίες έπρεπε να υποβάλλονται αποκλειστικά μόνον διοικητικές κυρώσεις.
Χωρίς ουσιαστικό λόγο υπάρχει στην ελληνική πραγματικότητα πολλαπλασιασμός των δικών. Σε κάθε δίκη για αστική υπόθεση υπάρχει και μια “αδελφός ποινικοποίηση”. Είτε γιατί η αστική διαφορά μετατρέπεται σε ποινική είτε γιατί οι μάρτυρες μηνύονται για ψευδορκία είτε γιατί οι διάδικοι καταμηνύονται κλπ. Έτσι όμως πολλαπλασιάζονται άμετρα και απροσμέτρητα και ανέλεγκτα οι δίκες και από μία δίκη απορρέουν ως εκφύσεις και αποφύσεις και παραφυάδες πλήθος άλλων δικών επί δικών (και μπορεί το πλήθος να είναι ατέρμον !), με αποτέλεσμα το μπλοκάρισμα της λειτουργίας των Δικαστηρίων.
Αυτά βέβαια δεν είναι αποτέλεσμα “φιλοδικίας των Ελλήνων” ! Τέτοιες “ψυχολογικές” δήθεν “εξηγήσεις” είναι μονοδιάστατες, δηλαδή δεν είναι εξηγήσεις. Βολεύουν βέβαια στο να μη κάνουν τίποτε αυτοί που παίρνουν τις νομοθετικές αποφάσεις. (Είναι σαν να εξηγείς την σημερινή συνολική παρακμή με την “Τουρκοκρατία”, που έχει περάσει εδώ και αιώνες (!), άλλη προσφιλής εξήγηση όσων δεν πράττουν τίποτε).
Όταν όμως ζεις σε μια χώρα με περίεργες νομοθεσίες, των αρχών του περασμένου αιώνα, όπου, για παράδειγμα, ο κάθε κακόβουλος επίβουλος μπορεί να ισχυρισθεί ότι το κτήμα σου ή και το σπίτι σου είναι δικό του και το έχει αποκτήσει με χρησικτησία (!), που θεπίστηκε σε διαφορετικές κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες, και να φέρει και μερικούς πληρωμένους ή υποβόλιμους ψευδομάρτυρες να το βεβαιώσουν, είναι φυσικό ότι οι δίκες θα πολλαπλασιάζονται χωρίς μέτρο, έλεγχο και λογική.
Η επιβράδυνση της λειτουργίας της Δικαιοσύνης είναι φυσιολογική απόρροια τέτοιων και άλλων παραγόντων. Έτσι το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων έχει καλό “πελάτη” του την Ελλάδα και την “επιβραβεύει” αναλόγως για την βραδύτητα της απονομής της Δικαιοσύνης με δαψιλείς καταδίκες !
H κατάσταση αυτή φτάνει στο οξύτερο και κορυφαίο σημείο της, όταν καταδικάζεται κάποιος και εγκλείεται στις φυλακές και όντας κρατούμενος περιμένει επί χρόνια να δικασθεί σε δεύτερο βαθμό ή να κριθεί η υπόθεσή του από τον Άρειο Πάγο.
Καθένας γνωρίζει στην Ελλάδα ότι, αν θέλει να δημιουργήσει πρόβλημα σε όποιον αντιπαθεί ή στον πρώην συνεταίρο του, με τον οποίο έχει διαφορές, ή στον γείτονά του ή σε κάποιον με τον οποίο τσακώθηκε ή σε κάποιον που απλώς θέλει να τον βλάψει, αρκεί να του κάνει μια μήνυση, κατά προτίμηση για κακούργημα ! Για να ξεμπλέξει θα περάσουν μερικά χρόνια, που θα ταλαιπωρείται και θα βρίσκεται υπόδικος ! Αυτός θα φοβάται κι ο κακόβουλος θα χαίρεται.
Προσοχή όμως: Σε πολλές περιπτώσεις οι αυτονόητες διαπιστώσεις και επισημάνσεις της πασίδηλης βραδύτητας και προτάσεις για επιτάχυνση των δικών φέρνουν (διαλεκτικά !) το αντίθετο αποτέλεσμα.
Έτσι μπορεί να επικρατήσει μια στρεβλή αντίληψη για ανάγκη ταχύτητας εκδίκασης απέναντι στην ανάγκη για ορθότητα των δικαστικών κρίσεων και ποιότητα των δικαστικών αποφάσεων.
Αποφάσεις Δικαστηρίων επιβάλλουν ποινές ισόβιας ή πρόσκαιρης κάθειρξης με “σκεπτικά” μιας και μιάμισυ σελίδας, που είναι απλή επανάληψη και αναπαραγωγή του κατηγορητηρίου !
Δίκες διεκπεραιώνονται σε σχετικώς λίγο ή ελάχιστο χρόνο, σε σχέση με τη βαρύτητα των υποθέσεων, και Δικαστήρια επιβάλλουν καθείρξεις ισόβιες ή πρόσκαιρες χωρίς να έχει διερευνηθεί προσηκόντως η υπόθεση.
Βεβαίως σε όλα τα παραπάνω υπάρχουν τιμητικές εξαιρέσεις. Αυτές όμως επιβεβαιώνουν τον κανόνα και οφείλονται, κατά κανόνα, στις προσωπικές γνώσεις, στις προσωπικές ικανότητες, στο μεράκι και στην φιλοτιμία των άξιων ανθρώπων, που υπάρχουν στο Δικαστικό όσο και στο Δικηγορικό Σώμα.
Η ΕΝΩΣΗ ΕΛΛΗΝΩΝ ΝΟΜΙΚΩΝ ΕΙΝΑΙ ΥΠΕΡΗΦΑΝΗ ΓΙΑΤΙ ΕΧΕΙ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟΥΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΑΞΙΟΥΣ ΚΑΙ ΑΞΙΟΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ ΣΥΛΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΩΣ ΜΕΛΗ ΤΗΣ).
Το να συλλέγουμε “στατιστικά στοιχεία” για την κατάσταση της λειτουργίας της Δικαιοσύνης είναι εύκολο αλλά χωρίς αντίκρυσμα. Το πασίδηλο και το πρόδηλο δεν χρειάζεται “επιστημονική έρευνα και εμπειρική τεκμηρίωση” για να το εννοήσεις και να το κατανοήσεις.
Τελικά αυτοί που πληρώνουν την βραδύτητα και άλλες δυσλειτουργίες του συστήματος της Δικαιοσύνης και τις πληρώνουν κυριολεκτικά (!) και μεταφορικά (!) είναι οι πολίτες υπέρ των οποίων υπάρχει και πρέπει να λειτουργει και η Δικαστική Εξουσία, όπως και όλες οι εξουσίες της Πολιτείας (αρθρο 1 παρ. 3 του Συντάγματος).
Ακούω συνέχεια συζητήσεις, κουβεντολόγια και ευχολόγια από όλους, που επιρρίπουν ευθύνες εις αλλήλους (και στην Ελλάδα ποτέ εις εαυτούς).
Έφτασε ο καιρός να ληφθούν αποφάσεις και να γίνουν ΠΡΑΞΕΙΣ.
Οι ΠΡΑΞΕΙΣ είναι βέβαια δύσκολες και έχουν κόστος αλλά είναι οι μόνες, που λύνουν τα προβλήματα.

Τα παραπάνω τα γράφει κάποιος, που γνωρίζει την Νομική Πράξη σε όλα τα πεδία, τα επίπεδα και τις πτυχές της, και τα γράφει από ΕΙΛΙΚΡΙΝΕΣ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ ΓΙΑ ΤΗ ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ, ΤΩΝ ΔΙΚΗΓΟΡΩΝ, ΤΩΝ ΔΙΚΑΣΤΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΩΝ.
Πρέπει να τονισθεί προς εκείνους που λαμβάνουν τις νομοθετικές αποφάσεις ότι η καλή και εύρυθμη λειτουργία ή η δυσλειτουργία της Δικαιοσύνης, εκτός από κοινωνικό και οικονομικό κόστος, έχει και σημαντικό πολιτικό κόστος, που δεν φαίνεται σε πρώτη ματιά. Όταν ο ψηφοφόρος διακυβεύει στα Δικαστήρια την ελευθερία του, την περιουσία του, την τιμή του, την υπόληψή του και άλλα πολύτιμα ειδικά για τον Έλληνα αγαθά και νοιώθει ότι, αν και αδικείται, “δεν βρίσκει το δίκιο του” και έτσι τον ξανααδικούν, όταν διαμορφώνει την κρίση του για πολιτικά πρόσωπα και πράγματα θυμάται τα “οικεία κακά” και ενεργοποιείται η εμφωλεύουσα πικρία του και δεδομένου ότι ο αριθμός των εμπλεκομένων σε δίκες είναι μέγιστος στην Ελλάδα η ορθή λειτουργία ή η δυσλειτουργία της Δικαιοσύνης είναι μια αφανής πολιτική παράμετρος, που διαμορφώνει πολιική συνείδηση και πρέπει πάντοτε να την λαμβάνουν σοβαρά υπόψη τους οι εκάστοτε ασκούντες την πολιτική εξουσία.

Γιώργος Συλίκος

11/26/2009

ΤΑ “ΜΑΡΜΑΡΑ” ΤΟΥ ΠΑΡΘΕΝΩΝΑ

Όταν πρόκειται να διεκδικήσεις κάτι, πρέπει να το διεκδικείς σωστά !

Πρώτα απ’ όλα ΤΑ “ΜΑΡΜΑΡΑ ΤΟΥ ΠΑΡΘΕΝΩΝΑ” ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ “ΜΑΡΜΑΡΑ” ΤΟΥ ΠΑΡΘΕΝΩΝΑ.

Τα κορυφαία ανθρώπινα καλλιτεχνικά δημιουργήματα, που εκφράζουν τις τέλειες παραστάσεις και διαστάσεις του Θείου και του Ανθρώπινου και τις εντελείς μαθηματικόρρυθμες αναλογίες του Φυσικού και Μεταφυσικού Κόσμου,δεν είναι “μάρμαρα” κι ο Παρθενώνας δεν είναι νταμάρι για να βγάζει “μάρμαρα” !

Μετά η κλεμμένη καρυάτιδα δεν είναι γλυπτό του Παρθενώνα αλλά του Ερεχθείου.

Όταν απαιτούμε ορθά και ζητάμε κάτι δίκαια πρώτα απ’ όλα να ξέρουμε και να διατυπώνουμε ορθά τι απαιτούμε και τι ζητάμε, για να μας ακούνε οι άλλοι
και να μη γελάνε μαζί μας.

Και αφού μάθουμε εμείς τι ζητάμε και αφού οργανώσουμε το πώς θα το ζητήσουμε και αφού ενημερώσουμε τους Έλληνες, που πολλοί δεν έχουν κάνει τον “κόπο” να μπουν μέσα στον ιερό χώρο της Ακρόπολης, μετά να πούμε στους παράνομους κατόχους των γλυπτών της Ακρόπολης την καταλυτική

ΚΡΙΤΙΚΗ ΕΝΟΣ ΒΡΕΤΑΝΟΥ, ΤΟΥ ΛΟΡΔΟΥ ΒΥΡΩΝΑ,

ΓΙΑ ΤΟ ΑΝΟΣΙΟΥΡΓΗΜΑ ΤΟΥ ΕΛΓΙΝ


“Ουράνια δάκρυα είδα να κυλούν

απ’ της Αθηνάς τα πελώρια γαλάζια μάτια.

Γλύτωσα απ’ τον πόλεμο και τη φωτιά

γλύτωσα απ’ τον Γότθο και τον Τούρκο

κι’ ήρθες εσύ ο Έλγιν, ο χειρότερος απ’ τους δύο

να μ’ αφανίσεις

να μου ρημάξεις ό,τι μ’ απόμεινε.

Η κατάρα μου σε σένα και τη γενιά σου”.

(Λόρδος Bύρων: Η κατάρα της Αθηνάς).



Γιώργος Συλίκος

ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ

Το χειρότερο δεν είναι να είσαι απόγονος ανάξιων προγόνων. Το χειρότερο είναι να είσαι ανάξιος απόγονος ενδόξων προγόνων !

Σημασία δεν έχει τι κάνουν οι άλλοι για τη ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ αλλά τι κάνουμε εμείς.
Πριν κατηγορήσουμε άλλους για όσα κακόβουλα και επίβουλα πράττουν για τη Μακεδονία, μήπως πρέπει να προβούμε σε αυτοαναστόχαση και αυτοκριτική για το
τι ΠΡΑΞΑΜΕ και τι ΠΡΑΤΤΟΥΜΕ εμείς για τη ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ;

Εκτός από τον καθρέφτη της ΛΗΘΗΣ, στον οποίο κοιταζόμαστε αυτάρεσκα κάθε μέρα, για να μας πει ότι είμαστε οι καλλίτεροι του κόσμου, για να επιβιώνουμε χωρίς ενοχές στον δανειοβίωτο βίο μας, υπάρχει και ο καθρέφτης της ΑΛΗΘΕΙΑΣ.


Ενοχλούμαι να ακούω συνέχεια να ασχολούμεθα ασυστόλως, “χωρίς περίσκεψη, χωρίς θλίψη, χωρίς αιδώ”, με το τι κάνουν οι άλλοι για τη Μακεδονία, ενώ μάλλον θα έπρεπε να ασχολούμαστε με το τι κάνουμε εμείς γι’ αυτήν.
Ο παπούς μου, με σημαντική προσωπική του θυσία, που οδήγησε τελικά στον πρόωρο θάνατό του, πολέμησε γενναία για τη Μακεδονία και μπήκε με τον απελευθερωτικό Ελληνικό στρατό στη Θεσσαλονίκη στις 26 Οκτωβρίου του 1912. Άλλος συγγενής μας ήταν ένας από τους περιφημότερους και επιφανέστερους αγωνιστές του Μακεδονικού Αγώνα.
Ήταν κι οι δυό, όταν αγωνίζονταν τον αγώνα τον πανώριο για ιδανικά και αξίες, σε ηλικία που σήμερα νέοι, που θάπρεπε να είναι η πρωτοπορεία για μια καλλίτερη κοινωνία, σαπίζουν την ικμάδα της νιότης τους και αυτοπαξιώνονται, γιατί εκεί τους έχουν οδηγήσει με τεχνήεσσα χειραγώγηση.
Αυτοί οι μικροί - μεγάλοι ήρωες ΕΠΡΑΞΑΝ κάτι (αυτό που μπορούσαν) για τη Μακεδονία μας.
Εμείς τι ακριβώς ΠΡΑΤΤΟΥΜΕ ΓΙΑ ΤΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ;
Ένα ανδριάντα είπαμε να στήσουμε για τον Μέγα Αλέξανδρο στην Αθήνα και αυτός παραμένει και περιμένει στα αζήτητα και δεν στήθηκε ποτέ.
Αλλά και αν είχε στηθεί, ήταν τοποθεσία αυτή που επιλέχτηκε ;
Αντί ο ανδριάντας ενός ενδόξου προγόνου να τοποθετηθεί ΜΠΡΟΣΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΚΡΟΠΟΛΗ, σε περίοπτο σημείο, στον γοητευτικό ανηφορικό δρόμο, που ακολουθούν όσοι ανεβαίνουν στον Ιερό Βράχο, επιλέχτηκε να τοποθετηθεί σε ένα σημείο, όπου οι μόνοι που θα τον προσέχουν θα είναι οι μονίμως μποτιλιαρισμένοι εκεί οδηγοί, που κατευθύνονται στο κέντρο της Αθήνας ή έρχονται από αυτό.
Αυτή ήταν η σωστή θέση για τον ανδριάντα του ενδόξου προγόνου, τον οποίο διεκδικούν και άλλοι ως δήθεν “πρόγονό” τους ;
Μήπως αν φερόμαστε έτσι απαξιωτικά στους προγόνους μας, δείχνουμε ότι δεν είμαστε γνήσια παιδιά τους ;

Θυμηθείτε ότι το πρώτο πράγμα που μάθαινε ο πολίτης της Αρχαίας Αθηναϊκής Δημοκρατίας ήταν ο σεβασμός στους προγόνους του (“άρξομαι δε από των προγόνων πρώτον, δίκαιον γαρ αυτοίς και πρέπον δε άμα εν τω τοιώδε την τιμήν ταύτην της μνήμης δίδοσθαι” - Επιτάφιος του Περικλή).

Σε επόμενο άρθρο θα σας προσθέσω μια διδακτική Ιστορία, που λίγοι την γνωρίζουν σε μια κοινωνία, που πάσχει έντονα από ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΜΝΗΣΙΑ ΚΑΙ ΑΦΑΣΙΑ. Ποια δεινά έπαθε από το Ελληνικό Κράτος ο οργανωτής του Μακεδονικού Αγώνα.

Γιώργος Συλίκος

11/23/2009

ΤΕΛΟΣ ΣΤΗ ΒΙΑ ΚΑΤΑ ΓΥΝΑΙΚΩΝ - ΑΝΑΓΚΑΙΑ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ

ΤΕΛΟΣ ΣΤΗ ΒΙΑ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ

Η Ένωση Ελλήνων Νομικών συμμετέχει στην Παγκόσμια Ημέρα για την Εξάλειψη της Βίας κατά των Γυναικών, που είναι μεθαύριο 25 Νοεμβρίου 2009.

Σε ανακοίνωσή της προς το κοινωνικό σύνολο η Ένωση Ελλήνων Νομικων τονίζει:

Πρέπει να ενωθούμε όλοι για να θέσουμε
ΤΕΛΟΣ ΣΤΗ ΒΙΑ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ
ΣΕ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΜΟΡΦΕΣ ΤΗΣ
ΤΕΛΟΣ ΣΤΗΝ ΕΝΔΟΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗ ΒΙΑ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ.


Πρέπει να αποδίδουμε την οφειλόμενη
ΤΙΜΗ ΣΤΙΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ Η ΠΗΓΗ ΤΗΣ ΖΩΗΣ.

Η βία κατά των γυναικών αποτελεί ένα επαίσχυντο έγκλημα.
Η βία κατά των γυναικών και των κοριτσιών είναι ένα φαινόμενο, στο οποίο καμία απολύτως ανοχή δεν είναι ανεκτή (ΜΗΔΕΝΙΚΗ ΑΝΟΧΗ) και δεν είναι ποτέ αποδεκτό, σε καμιά περίπτωση και σε καμιά περίσταση, με καμιά μορφή, με καμιά αιτιολογία ή δικαιολογία.
Η Ένωση Ελλήνων Νομικών πάντοτε πρωτοπόρος καλεί όλους, άντρες και γυναίκες, σε άμεση συνένωση για την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και των κοριτσιών σε όλα τα μέρη του κόσμου.
Η θέση της Ένωσης Ελλήνων Νομικών είναι ότι πρέπει να μιλήσουμε και να αντισταθούμε, γιατί η σιωπή και η αδιαφορία είναι συνενοχή.
Καλούμε την κυβέρνηση, τις γυναίκες της Ένωσης Ελλήνων Νομικών και τις γυναίκες της Ένωσης Πολιτών "Φίλοι της Ένωσης Ελλήνων Νομικών", όλες τις γυναίκες, τους νέους ανθρώπους, τα μέσα ενημέρωσης, να συνενώσουμε τις δυνάμεις μας ενάντια σε αυτό το απαράδεκτο για τον Ανθρώπινο Πολιτισμό φαινόμενο (μια πανδημία πιο νοσηρή από την πανδημία της ασθένειας).
Η Ένωση Ελλήνων Νομικών ήδη συμμετέχει στην παγκόσμια εκστρατεία του Γενικού Γραμματέα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών Ban Ki-moon με τίτλο ""UNite to End Violence against Women".


ΑΝΑΓΚΑΙΑ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΞΑΛΕΙΨΗ ΤΗΣ ΒΙΑΣ ΚΑΤΑ ΓΥΝΑΙΚΩΝ

Η Ελλάδα πρέπει άμεσα:
1. Να αναδομήσει θεσμικά και να αναμορφώσει λειτουργικά το νομοθετικό πλαίσιο για την πρόληψη και καταπολέμηση της ενδοοικογενειακής βίας.
Tο νομοθετικό πλαίσιο είναι ατελέστατο και απρόσφορο, ατελέσφορο και αλυσιτελές και δίνει την εντύπωση πρόχειρου και ευκαιριακού νομοθετικού προσχήματος για την αποφυγή ουσιαστικής αντιμετώπισης του επαίσχυντου και απαράδεκτου φαινομένου.
Καλούμε την Κυβέρνηση της Ελλάδας να δημιουργήσει ένα ορθό, λειτουργικό και αποτελεσματικό νομοθετικό πλαίσιο για την αντιμετώπιση της ενδοικογενεαικής βίας.
2. Να διαμορφώσει λειτουργικό και αποτελεσματικό νομοθετικό πλαίσιο για την ριζική αντιμετώπιση της απαξιωτική αντιμετώπιση και την κακοποίηση της γυναίκας στους εργασιακούς χώρους.
3. Να επικυρώσει άμεσα τη Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για τη δράση κατά της εμπορίας ανθρώπων (Council of Europe Convention on Action against Trafficking in Human Beings). Τα περισσότερα θύματα της εμπορίας ανθρώπων είναι γυναίκες και παιδιά.
Καλούμε την Κυβέρνηση της Ελλάδας να προβεί χωρίς καμιά απολύτως καθυστέρηση στην επικύρωση της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για τη δράση κατά της εμπορίας ανθρώπων.
Η Ελλάδα, μήτρα του Πολιτισμού, πρέπει να αποτελεί το παράδειγμα και το υπόδειγμα της προσήκουσας ΤΙΜΗΣ
ΠΡΟΣ ΤΙΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ
σε όλα τα πεδία και τα επίπεδα.

11/20/2009

ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ σε ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑ, ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ, ΝΑΡΚΩΤΙΚΑ, ΦΥΛΑΚΕΣ

Η JURISTpress δημοσιεύει τις ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ στην ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑ, ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ, ΝΑΡΚΩΤΙΚΑ και ΦΥΛΑΚΕΣ, τις οποίες προωθεί το Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

ΔΥΝΑΜΩΣΤΕ ΤΗ ΦΩΝΗ ΣΑΣ !
H ΦΩΝΗ ΣΑΣ ΕΧΕΙ ΔΥΝΑΜΗ !

Μπορείτε να ΣΧΟΛΙΑΣΕΤΕ τις προωθούμενες από το Υπουργείο τροποποιήσεις, μεμονωμένα ή όλες, προσθέτοντας το σχόλιό σας, και να διατυπώσετε απόψεις και προτάσεις.
Μπορείτε να ΣΤΕΙΛΕΤΕ ΣΧΟΛΙΟ ΣΤΗΝ ΕΝΩΣΗ ΕΛΛΗΝΩΝ ΝΟΜΙΚΩΝ (υπάρχει φόρμα επικοινωνίας στην ενότητα ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ του παρόντος site).

ΠΡΟΤΕΙΝΕΤΕ ΣΤΗΝ ΕΝΩΣΗ ΕΛΛΗΝΩΝ ΝΟΜΙΚΩΝ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ που είναι κατά τη γνώμη σας αναγκαίες, για παραπέρα προώθηση (με τη φόρμα επικοινωνίας που υπάρχει στην ενότητα Επικοιωνία του παρόντος site).

Διαβάστε στη JURISTpress και τα άρθρα: ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ, ΣΩΦΡΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΩΦΡΟΝΙΣΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ, ΔΟΜΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ, ΚΑΚΟΔΙΚΙΟΥΠΟΛΗ.



Προωθούμενες από το Υπουργείο ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ σε ΝΑΡΚΩΤΙΚΑ, ΦΥΛΑΚΕΣ, ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑ


Α. ΚΩΔΙΚΑΣ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ


ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ


Προτεινόμενη ρύθμιση:

Το άρθρο 282 παρ. 3 ΚΠΔ αντικαθίσταται ως εξής:

Προσωρινή κράτηση και περιοριστικοί όροι:
1. Όσο διαρκεί η προδικασία, αν προκύπτουν σοβαρές ενδείξεις ενοχής του κατηγορουμένου για κακούργημα ή πλημμέλημα που τιμωρείται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον τριών μηνών, είναι δυνατό να διαταχθούν περιοριστικοί όροι, εφόσον αυτό κρίνεται απολύτως αναγκαίο για την επίτευξη των αναφερόμενων στο άρθρο 296 σκοπών.
2. Περιοριστικοί όροι είναι ιδίως η παροχή εγγύησης, η υποχρέωση του κατηγορουμένου να εμφανίζεται κατά διαστήματα στον ανακριτή ή σε άλλη αρχή, η απαγόρευση να μεταβαίνει ή να διαμένει σε ορισμένο τόπο ή στο εξωτερικό, η απαγόρευση να συναναστρέφεται ή να συναντάται με ορισμένα πρόσωπα.
«3. Προσωρινή κράτηση μπορεί να επιβληθεί αντί για περιοριστικούς όρους –εάν αιτιολογημένα κριθεί ότι οι τελευταίοι δεν επαρκούν-, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις της πρώτης παραγράφου του άρθρου αυτού, μόνο αν ο κατηγορούμενος διώκεται για κακούργημα και δεν έχει γνωστή διαμονή στη χώρα ή έχει κάνει προπαρασκευαστικές ενέργειες για να διευκολύνει τη φυγή του ή κατά το παρελθόν υπήρξε φυγόποινος ή φυγόδικος ή κρίθηκε ένοχος για απόδραση κρατουμένου ή παραβίαση περιορισμών διαμονής, εφόσον από τη συνδρομή των παραπάνω στοιχείων προκύπτει σκοπός φυγής ή κρίνεται αιτιολογημένα ότι αν αφεθεί ελεύθερος είναι πολύ πιθανό, όπως προκύπτει από προηγούμενες αμετάκλητες καταδίκες για κακούργημα ή από τα συγκεκριμένα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της αποδιδόμενης σ’ αυτόν πράξης για την οποία απειλείται στο νόμο ισόβια κάθειρξη ή πρόσκαιρη κάθειρξη με ανώτατο όριο τα είκοσι έτη, να διαπράξει και άλλα εγκλήματα. Μόνο η κατά το νόμο βαρύτητα της πράξης δεν αρκεί για την επιβολή προσωρινής κράτησης».
Σε εντελώς εξαιρετικές περιπτώσεις και εφόσον αιτιολογημένα κρίνεται ότι δεν επαρκούν οι περιοριστικοί όροι, μπορεί να επιβληθεί προσωρινή κράτηση και για το πλημμέλημα της ανθρωποκτονίας από αμέλεια κατά συρροή, αν προκύπτει σκοπός φυγής του κατηγορουμένου, με βάση τα κριτήρια που αναφέρονται στο εδάφιο α΄ της παρούσας παραγράφου. Στην περίπτωση αυτή, το ανώτατο όριο της προσωρινής κράτησης είναι διάρκειας έως έξι μηνών, που μπορεί να παραταθεί για άλλους τρεις μήνες.»
«4. Οι περιοριστικοί όροι που επιβλήθηκαν στον κατηγορούμενο για κακούργημα ή πλημμέλημα, εάν παραβιασθούν από αυτόν, είναι δυνατόν να αντικατασταθούν με προσωρινή κράτηση κατά το άρθρο 298”.
«5. Η παράγραφος 3 του παρόντος εφαρμόζεται και για ανήλικο κατηγορούμενο που έχει συμπληρώσει το δέκατο τρίτο έτος της ηλικίας του, εφόσον η πράξη για την οποία κατηγορείται απειλείται στο νόμο με ποινή κάθειρξης τουλάχιστον δέκα ετών. Η αδυναμία παροχής εγγύησης δεν επιτρέπεται να οδηγήσει από μόνη της σε προσωρινή κράτηση.»


Αιτιολογική Έκθεση:
1. Έχει επισημανθεί κατ’ επανάληψη στην ελληνική ποινική επιστήμη ότι από τη γενικότερη αρχή του σεβασμού και της προστασίας της αξίας του ανθρώπου και από το τεκμήριο αθωότητας του κατηγορουμένου, απορρέουν ειδικότερα στο στάδιο της ανάκρισης οι ακόλουθες βασικές αρχές:
αα) Η αρχή της αναγκαιότητας, σύμφωνα με την οποία η αντίστοιχη ανακριτική δραστηριότητα οφείλει να λαμβάνει χώρα μόνον όταν -και καθόσον μέτρο- είναι αναγκαία για τη διερεύνηση των εγκλημάτων και την ανακάλυψη των δραστών τους. Η συγκεκριμένη αρχή κινείται σε διπλή κατεύθυνση: αφενός στην επιβολή προσωρινής κράτησης ή περιοριστικών όρων, μόνον όταν τα μέτρα τούτα είναι «απολύτως αναγκαία», αφετέρου στην προτίμηση του λιγότερου επαχθούς μέτρου και επιλογή του επαχθέστερου μέτρου μόνον όταν εκτιμάται ότι το πρώτο (λιγότερο επαχθές μέτρο) δεν είναι πρόσφορο στη συγκεκριμένη περίπτωση για την πραγμάτωση του επιδιωκόμενου σκοπού.
ββ) Η αρχή της απαγόρευσης του υπερμέτρου, η οποία επιβάλλει στον ανακρίνοντα την προσεκτική στάθμιση των ειδικών συνθηκών κάθε περίπτωσης κατά την εφαρμογή των διάφορων εξαναγκαστικών μέτρων, ώστε ο κατηγορούμενος που τα υφίσταται να μην προσβάλλεται σε ουσιώδη έννομα αγαθά του με τρόπο αφόρητο σε βαθμό αδικαιολόγητο.
γγ) Η αρχή της αναγκαίας αναλογίας, σύμφωνα με την οποία το λαμβανόμενο μέτρο δικονομικού καταναγκασμού πρέπει να τελεί σε ευθέως ανάλογη σχέση με τη βαρύτητα του φερομένου ως τελεσθέντος εγκλήματος, χωρίς, βέβαια, η βαρύτητα αυτή από μόνη της να αρκεί για την επιβολή του μέτρου.
δδ) Η αρχή του προσήκοντος βαθμού υπονοιών ή ισχύος των ενδείξεων. Το ουσιαστικό νόημα τούτης έγκειται στο ότι όσο σοβαρότερο είναι το μέτρο που λαμβάνεται σε βάρος του κατηγορουμένου, τόσο περισσότερες ενδείξεις θα πρέπει να έχουν συγκεντρωθεί. Έτσι, κατ’ άρθρο 282 ΚΠΔ, για την επιβολή περιοριστικών όρων ή προσωρινής κρατήσεως αναγκαία είναι η ύπαρξη σοβαρών ενδείξεων ενοχής.
2.Υπό το πρίσμα των παραπάνω επισημάνσεων διαμορφώνεται η αντίληψη ότι η επιβολή των περιοριστικών όρων, αντί της προσωρινής κράτησης, είναι επιβεβλημένη σε όλες εκείνες τις περιπτώσεις στις οποίες διαπιστώνεται η προσφορότητά τους για την υλοποίηση των κοινών με την προσωρινή κράτηση σκοπών. Έτσι, προσωρινή κράτηση μπορεί να διατάσσεται -εφόσον βεβαίως, συντρέχουν και οι υπόλοιπες προϋποθέσεις επιβολής της- μόνον εφόσον οι περιοριστικοί όροι κρίνονται ρητά ως ανεπαρκείς για την προώθηση των σκοπών της ποινικής προδικασίας. Η σχέση προτεραιότητας των περιοριστικών όρων έναντι της προσωρινής κρατήσεως παραμένει αναλλοίωτη και στο πλαίσιο του σημερινού νομοθετικού καθεστώτος και εισάγεται ρητά ανάγκη διπλής αιτιολόγησης της επιλογής του επαχθέστερου μέτρου δικονομικού καταναγκασμού. Η ανάγκη ρητής, ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας από την οποία θα προκύπτει με σαφήνεια η απροσφορότητα των περιοριστικών όρων θα προηγείται της αντίστοιχης αιτιολόγησης συνδρομής των προϋποθέσεων προσωρινής κράτησης. Έτσι, στο εξής θα πρέπει ρητά να αιτιολογείται για ποιο λόγο στη συγκεκριμένη περίπτωση η επιβολή περιοριστικών όρων δεν ήταν πρόσφορη για την επίτευξη των σκοπών του άρθρου 296 ΚΠΔ και στη συνέχεια να αιτιολογείται η διαπίστωση της συνδρομής των προϋποθέσεων επιβολής προσωρινής κράτησης.
3. Αναδιατυπώνονται τα κριτήρια και οι προϋποθέσεις επιβολής ή διατήρησης της προσωρινής κράτησης ως εξής:
α) Ο κίνδυνος φυγής. Το αντικειμενικό μοντέλο διάγνωσης του κινδύνου φυγής (ο κατηγορούμενος δεν έχει γνωστή διαμονή στη χώρα ή έχει κάνει προπαρασκευαστικές ενέργειες για να διευκολύνει τη φυγή του ή κατά το παρελθόν υπήρξε φυγόδικος ή κρίθηκε ένοχος για απόδραση κρατουμένου ή παραβίαση περιορισμών διαμονής) διατηρείται και εξορθολογίζεται, αφού η ανάγκη διαπίστωσης των συγκεκριμένων προϋποθέσεων συνδέεται πλέον ρητά με τη συναφή ανάγκη διαπίστωσης σκοπού φυγής του κατηγορουμένου. Η ανάγκη ρητής αιτιολόγησης του σκοπού φυγής του κατηγορουμένου το μεν υποδηλώνει ότι δεν αρκεί μόνο η διαπίστωση των λοιπών προϋποθέσεων για την επιβολή προσωρινής κράτησης, το δε είναι εναρμονισμένη με τους σκοπούς του άρθρου 296 ΚΠΔ.
β) Ο κίνδυνος τέλεσης νέων εγκλημάτων.
Αναδιατυπώνεται και γίνεται αντικειμενικό το μοντέλο πιθανολόγησης του κινδύνου τέλεσης νέων εγκλημάτων. Συγκεκριμένα: αα) Είναι ακριβές ότι η ορθή κριτική που είχε ασκηθεί στο παρελθόν για τη χρήση του αξιολογικού και αόριστου όρου του «ιδιαίτερα επικίνδυνου δράστη» είχε οδηγήσει στη διατύπωση του κριτηρίου των «ειδικώς μνημονευόμενων πραγματικών περιστατικών της προηγούμενης ζωής του». Ήδη το κριτήριο αυτό αντικαθίσταται από μια σαφέστερη και ευχερώς αποδείξιμη προϋπόθεση: τη διαπίστωση «προηγούμενων αμετάκλητων καταδικών για κακούργημα». Έτσι, ως πραγματικά περιστατικά της προηγούμενης ζωής του δράστη δεν επιτρέπεται να αξιολογούνται συμπεριφορές αποκλίνουσες ή συγκλίνουσες σε κοινωνικά μοντέλα, ή συμπεριφορές προκύπτουσες έμμεσα από εγκληματολογικά δελτία ή άδηλα από αόριστες πληροφορίες, αλλά μόνο ειδικά περιστατικά που έχουν ποινική απαξία και είναι πραγματικά (υπαρκτά στον εμπειρικό κόσμο), αφού αποτυπώνονται σε αμετάκλητη απόφαση ποινικού δικαστηρίου. Είναι σαφές ότι για την ορθή εφαρμογή του κριτηρίου δεν αρκεί μόνη η διαπίστωση των προηγούμενων αμετάκλητων καταδικών, αλλά, επιπλέον, απαιτείται να διαλαμβάνεται σε ειδική αιτιολογία η αξιοποίηση των αιτιακών όρων, που απορρέουν από το ως άνω ποινικό παρελθόν, και δικαιολογούν την εγγύζουσα τη βεβαιότητα κρίση για τη συνέχιση της εγκληματικής συμπεριφοράς του στο μέλλον. ββ) Επαναλαμβάνεται η διατύπωση για το κριτήριο των «συγκεκριμένων χαρακτηριστικών» της αποδιδόμενης στον κατηγορούμενο πράξης καθώς και του κριτηρίου των «ιδιαίτερων» χαρακτηριστικών της, έτσι ώστε εμφατικά να τονιστεί ότι απαιτείται η συνδρομή συγκεκριμένων στοιχείων που να προσδίδουν ιδιαιτερότητα στην πράξη. Το εύρος εφαρμογής του συγκεκριμένου κριτηρίου περιορίζεται πλέον μόνο στα πολύ σοβαρά κακουργήματα, δηλαδή εκείνα για τα οποία απειλείται στο νόμο ποινή ισόβιας κάθειρξης, πρόσκαιρης κάθειρξης (5 – 20 έτη) ή κάθειρξης τουλάχιστον δέκα ετών (10-20 έτη), ενώ ρητά αποκλείονται από τα κακουργήματα τα ηπιότερα, δηλαδή τα απειλούμενα με ποινή πρόσκαιρης κάθειρξης μέχρι δέκα ετών (5-10 έτη).
4. Αναδιατυπώνονται οι προϋποθέσεις επιβολής ή διατήρησης προσωρινής κράτησης στην περίπτωση του εγκλήματος της ανθρωποκτονίας από αμέλεια κατά συρροή. Προβλέπεται ρητά ότι πρόκειται για «εντελώς εξαιρετική» περίπτωση και εισάγεται ομοίως ανάγκη διπλής αιτιολογίας από την οποία θα προκύπτει και για ποιο λόγο κρίνεται ότι οι περιοριστικοί όροι δεν αρκούν και για ποιο λόγο κρίνεται αναγκαία η επιβολή προσωρινής κράτησης. Τέλος, προσδιορίζεται το αντικειμενικό κριτήριο της «υποψίας φυγής» σύμφωνα με τις προϋποθέσεις του προηγούμενου εδαφίου.


Προτεινόμενη ρύθμιση:

Το άρθρο 296 ΚΠΔ αντικαθίσταται ως εξής:
Ο σκοπός των περιοριστικών όρων είναι να αποτραπεί ο κίνδυνος τέλεσης νέων εγκλημάτων και να εξασφαλιστεί ότι εκείνος στον οποίο επιβλήθηκαν θα παραστεί οποτεδήποτε στην ανάκριση ή στο δικαστήριο και θα υποβληθεί στην εκτέλεση της απόφασης.

Αιτιολογική Έκθεση:
Οι αναφερόμενοι στο άρθρο 296 ΚΠΔ σκοποί, για την επίτευξη των οποίων ήταν δυνατόν να διαταχθούν περιοριστικοί όροι, αφορούσαν μέχρι σήμερα αποκλειστικά την εξασφάλιση αφενός της παρουσίας του κατηγορουμένου (αυτοπρόσωπης ή μη) στην ποινική διαδικασία και αφετέρου της δυνατότητας εκτέλεσης της απόφασης. Έτσι, όμως, δημιουργείται η εντύπωση ότι οι σκοποί αυτοί δεν ταυτίζονται με τους αναγραφόμενους στο άρθρο 282 παρ. 3 ΚΠΔ σκοπούς της προσωρινής κράτησης, αφού στους τελευταίους ρητά συμπεριλαμβάνεται (σε ό,τι αφορά στα κακουργήματα) και ο εγκληματοπροληπτικός σκοπός της παρεμπόδισης νέων εγκλημάτων. Για το λόγο αυτό κρίνεται αναγκαία η αντικατάσταση του άρθρου 296 ΚΠΔ έτσι ώστε οι σκοποί των περιοριστικών όρων να ταυτίζονται με εκείνους που περιγράφονται στο άρθρο 282 παρ. 3 για τα κακουργήματα. Είναι προφανές ότι η προσθήκη αυτή δεν αφορά στην εντελώς εξαιρετική περίπτωση της ανθρωποκτονίας από αμέλεια κατά συρροή, αφού δεν μπορεί να γίνει λόγος για εγκληματοπροληπτικό σκοπό παρεμπόδισης νέων εγκλημάτων όταν το κρινόμενο έγκλημα είναι έγκλημα από αμέλεια.



Β. ΝΑΡΚΩΤΙΚΑ

Προτεινόμενη ρύθμιση:
Στο άρθρο 30 του ν. 3459/2006 προστίθεται παράγραφος 6, η οποία έχει ως εξής:
6. Ο κατά νόμο ποινικός χαρακτήρας των πράξεων που τελέστηκαν από δράστη, στο πρόσωπο του οποίου συντρέχουν οι προϋποθέσεις της παρ. 1, κρίνεται με βάση την απειλούμενη στις παραγράφους 4 στοιχ. β΄ και γ΄ ποινή.

Σημείωση:
Το άρθρο 30 περιέχει τις ρυθμίσεις για τους χρήστες ναρκωτικών ουσιών που υποβάλλονται σε ειδική μεταχείριση.
Η παρ. 4 προβλέπει τα ακόλουθα:
4. Δράστης, στο πρόσωπο του οποίου συντρέχουν οι προϋποθέσεις της παραγράφου 1, αν είναι υπαίτιος τέλεσης:
α. Της πράξης του άρθρου 29 παρ. 1 παραμένει ατιμώρητος και εφαρμόζονται σε αυτόν οι διατάξεις του άρθρου 32.
β. Των πράξεων του άρθρου 20 παρ. 1 περιπτώσεις β`, στ`, ζ`, η`, ι` και ιβ` τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός (1) έτους και με χρηματική ποινή πεντακοσίων ενενήντα (590) έως δεκαπέντε χιλιάδων (15.000) ευρώ και αν συντρέχει διακεκριμένη περίπτωση του άρθρου 21 ή επιβαρυντική περίσταση των άρθρων 23 και 23Α τιμωρείται με πρόσκαιρη κάθειρξη μέχρι δέκα (10) ετών και με χρηματική ποινή οκτακοσίων ογδόντα (880) έως εκατόν πενήντα χιλιάδων (150.000) ευρώ.
γ. Των πράξεων των άρθρων 20 παρ. 1 περιπτώσεις α`, γ`, δ`, ε`, θ`, ια`, ιγ` ή 22 τιμωρείται με πρόσκαιρη κάθειρξη μέχρι δέκα (10) ετών και με χρηματική ποινή πεντακοσίων ενενήντα (590) έως είκοσι εννέα χιλιάδων (29.000) ευρώ και αν συντρέχει διακεκριμένη περίπτωση του άρθρου 21 ή επιβαρυντική περίσταση των άρθρων 23 και 23Α τιμωρείται με πρόσκαιρη κάθειρξη και χρηματική ποινή χιλίων πεντακοσίων (1.500) έως διακοσίων ενενήντα χιλιάδων (290.000) ευρώ.

Αιτιολογική Έκθεση:
Με τη συγκεκριμένη διάταξη ορίζεται ότι ο χαρακτηρισμός της πράξης που τελέστηκε από δράστη, στο πρόσωπο του οποίου συντρέχουν οι προϋποθέσεις της παρ. 1 (εξαρτημένος χρήστης), σύμφωνα με την τριμερή διάκριση που ακολουθεί ο ελληνικός Ποινικός Κώδικας, κρίνεται με βάση το ανώτερο όριο της ποινής που απειλεί ο νόμος. Η συγκεκριμένη πρόβλεψη εναρμονίζεται με την πρόβλεψη του άρθρου 19 εδαφ. α΄ του ΠΚ σύμφωνα με την οποία «αν μια πράξη που εκδικάστηκε είναι κακούργημα ή πλημμέλημα, κρίνεται με βάση τη βαρύτερη ποινή που καθορίζεται από το νόμο γι’ αυτή την πράξη και όχι με βάση την τυχόν ελαφρότερη ποινή που επέβαλε ο δικαστής λόγω ελαφρυντικών περιστάσεων (άρθρο 84) ή για οποιονδήποτε άλλο λόγο μείωσης της ποινής σύμφωνα με το άρθρο 83». Έτσι, επιλύεται πλέον νομοθετικά το ζήτημα που δημιουργήθηκε σε σχέση με τον ποινικό χαρακτήρα των πράξεων που τελέστηκαν από εξαρτημένο χρήση και απειλούνται στο νόμο με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον ενός έτους, το οποίο απασχόλησε έντονα τόσο τη θεωρία όσο και τη νομολογία.


Προτεινόμενη ρύθμιση:

Άρθρο 40

Έκτιση ποινών εμπόρων ναρκωτικών
Όσοι καταδικάσθηκαν, υπό τις επιβαρυντικές περιστάσεις των άρθρων 23 και 23 Α του παρόντος, σε ποινή ισόβιας κάθειρξης, μπορούν να απολυθούν υπό τον όρο της ανάκλησης εφόσον έχουν εκτίσει τουλάχιστον είκοσι πέντε έτη. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 105 επ. ΠΚ.

Αιτιολογική Έκθεση:
1. Η συγκεκριμένη πρόβλεψη είχε δημιουργήσει μια διαφορετική κατηγορία καταδίκων, η οποία είχε σημείο αναφοράς το είδος του εγκλήματος για το οποίο είχαν καταδικαστεί και όχι το ύψος της ποινής που τους είχε επιβληθεί. Ήταν, ωστόσο, φανερό ότι το είδος του εγκλήματος για το οποίο είχαν καταδικαστεί και η συναφής βαρύτητά του είχαν ήδη κριθεί από το δικαστήριο, κατά τη διαδικασία της επιμέτρησης της ποινής (άρθρο 79 ΠΚ) που είχε επιβληθεί στον κατηγορούμενο. Το δικαστήριο επιβάλλοντας ποινή για οποιοδήποτε είδος εγκλήματος, λαμβάνει υπόψη του, κατά νόμο, και τη βαρύτητα του εγκλήματος που έχει τελεστεί και την προσωπικότητα του δράστη. Με εξαίρεση την περίπτωση των τρομοκρατικών πράξεων (άρθρο 187 Α παρ. 1. ΠΚ) για κανένα έγκλημα δεν υπάρχει μετά από τα στάδιο αυτό διαφοροποίηση ως προς τις προϋποθέσεις της απόλυσης υπό όρο ακόμη και όταν αυτό είναι πολύ σοβαρό και η ποινή που έχει επιβληθεί στο δράστη είναι ιδιαίτερα υψηλή. Έτσι, για παράδειγμα, στον κανόνα του άρθρου 105 ΠΚ υπάγονται και οι περιπτώσεις ανθρωποκτονίας από πρόθεση, εγκληματικής οργάνωσης, ομαδικού βιασμού, αποπλάνησης παιδιών, σωματεμπορίας, παιδικής πορνογραφίας κατ’ επάγγελμα κ.λπ. Είναι δηλαδή φανερό ότι τη βαρύτητα του εγκλήματος προσδιορίζει η απειλούμενη στο νόμο ποινή, ενώ η βαρύτητα της ποινής που θα εκτιθεί προσδιορίζεται από την απόφαση του δικαστηρίου, τόσο ως προς το είδος της ποινής που επέβαλε όσο και ως προς τη χρονική της διάρκεια.
2. Παράλληλα, σε σχέση με τη νομοθεσία για τα ναρκωτικά, από την αρχή επισημάνθηκε στη θεωρία ότι η διαμόρφωση κρατουμένων πολλαπλών ταχυτήτων εξόδου από το σωφρονιστικό κατάστημα, έμμεσα αλλά με σαφήνεια αναιρεί την κυρωτική ισότητα που η ίδια η εκτιόμενη ποινή θεμελιώνει, εκ του είδους της και της χρονικής της διάρκειας. Εξάλλου, επισημάνθηκε και η -προκληθείσα με την διάταξη που καταργείται- λειτουργική παραμόρφωση του θεσμού της απόλυσης υπό όρο, αφού τα μεγέθη της ειδικής πρόληψης και της αρχής της ενοχής που έπρεπε να τον νοηματοδοτούν είχαν δώσει τη θέση τους σε μια γενικοπροληπτική χρησιμοποίηση των καταδίκων ως μέσου αποτροπής της τελέσεως νέων εγκλημάτων. Είναι, τέλος, σαφές ότι όταν ο κατηγορούμενος χρησιμοποιείται με τη μορφή εκφοβιστικού παραδείγματος για πολλούς άλλους, η μεταχείρισή του τον υποβιβάζει σε απλό μέσο για τη συνέτιση των άλλων πολιτών και, παρά το γεγονός ότι η συγκεκριμένη ρύθμιση δεν αναιρούσε ολοκληρωτικά τη δυνατότητα απόλυσης υπό όρο, ο πρόδηλος γενικοπροληπτικός χαρακτήρας της μπορεί να μην παραβίαζε τυπικά την αρχή του σεβασμού και της προστασίας της αξίας του ανθρώπου, αλλά πλησίαζε την ουσιαστική παραβίασή της. Με την κατάργηση της συγκεκριμένης διάταξης επανερχόμαστε σε ενιαίο κανονιστικό πλαίσιο για τους δράστες όλων των εγκλημάτων και τούτο το κανονιστικό πλαίσιο είναι συστηματικά ενταγμένο στον Ποινικό Κώδικα. Έτσι, απόλυση υπό όρο για όλους τους καταδικασθέντες για παράβαση του νόμου 3459/2006 είναι δυνατή με βάση τις διατάξεις των άρθρων 105 επ. του ΠΚ, δηλαδή με βάση τις διατάξεις που ισχύουν για όλους τους καταδικασθέντες ανεξάρτητα από το είδος του εγκλήματος που τέλεσαν.
3. Μοναδική εξαίρεση, από το σύστημα απόλυσης υπό όρο των άρθρων 105 επ. ΠΚ, στη νέα ρύθμιση παραμένει η περίπτωση καταδίκης για ιδιαίτερα σοβαρές περιπτώσεις εμπορίας ναρκωτικών (μεγαλέμποροι), για τις οποίες το δικαστήριο επέβαλε την ποινή της ισόβιας κάθειρξης. Η εξαίρεση αυτή εναρμονίζεται με την εξαίρεση του άρθρου 187 α ΠΚ σύμφωνα με την οποία «αν επιβληθεί η ποινή της ισόβιας κάθειρξης εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 105 μέχρι 110, εφόσον ο καταδικασθείς έχει εκτίσει ποινή είκοσι πέντε ετών».


Προτεινόμενη ρύθμιση:

Το άρθρο 42 παρ. 2 εδάφ. Β΄ του Ν. 3459/2006 αντικαθίσταται ως εξής:
β) Η κρίση για την επιβολή ή συνέχιση προσωρινής κράτησης πρέπει οπωσδήποτε να λαμβάνει υπόψη τα στοιχεία από τα οποία προκύπτει αν ο κατηγορούμενος είναι εξαρτημένος.

Αιτιολογική Έκθεση:
Με τη συγκεκριμένη ρύθμιση επιτυγχάνονται δύο ζητήματα: Πρώτον, καταργείται ο χρονικός περιορισμός, σύμφωνα με τον οποίο δεν επιτρεπόταν αίτηση του κρατουμένου για την άρση ή αντικατάσταση της προσωρινής του κράτησης με περιοριστικούς όρους πριν παρέλθει χρονικό διάστημα δύο (2) μηνών από την έναρξη της προσωρινής κράτησης, ενώ σε περίπτωση απόρριψής της νέα αίτηση μπορούσε να υποβληθεί έναν (1) μήνα μετά την απόρριψη της προηγούμενης. Στο εξής εφαρμόζονται και εδώ οι ρυθμίσεις των άρθρων 282 επ. Κ.Π.Δ. Δεύτερον, προβλέπεται ρητά ότι για την επιβολή ή συνέχιση της προσωρινής κράτησης θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη, και επομένως θα πρέπει να υπάρχει ειδική αιτιολογία, των στοιχείων από τα οποία προκύπτει αν ο κατηγορούμενος είναι εξαρτημένος. Η συγκεκριμένη πρόβλεψη εναρμονίζεται με την αντικατάσταση των άρθρων 282 παρ. 3 και 296 ΚΠΔ καθώς και με την προσθήκη της παραγράφου 6 του άρθρου 30 του Ν. 3459/2006.



Γ. ΦΥΛΑΚΕΣ

«1. Η στερητική της ελευθερίας ποινή, η οποία έχει καταγνωσθεί μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου και δεν έχει καταστεί αμετάκλητη, εφόσον δεν υπερβαίνει τα πέντε έτη, συμπεριλαμβανομένης και της πενταετούς κάθειρξης, μετατρέπεται, με αίτηση του καταδικασθέντος, σε χρηματική. Η αίτηση μετατροπής υποβάλλεται παραδεκτά εντός δύο μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου στο δικαστήριο που εξέδωσε την καταδικαστική απόφαση και γίνεται δεκτή εκτός εάν, με ειδικά αιτιολογημένη απόφαση, το δικαστήριο κρίνει, από την εν γένει συμπεριφορά του καταδικασθέντος, τη βαρύτητα του εγκλήματος και την προσωπικότητά του, ότι η μετατροπή δεν αρκεί για να αποτρέψει τον δράστη από την τέλεση άλλων, ανάλογης βαρύτητας, αξιόποινων πράξεων. Οι ως άνω διατάξεις εφαρμόζονται και για τα εγκλήματα που προβλέπονται στην παράγραφο 11 του άρθρου 82 του Ποινικού Κώδικα, καθώς και για τις ήδη συγχωνευθείσες ποινές, από τις οποίες η βαρύτερη δεν υπερβαίνει τα πέντε έτη κατά τα ανωτέρω. Η προθεσμία για την άσκηση τυχόν προβλεπομένων κατά της καταδικαστικής αποφάσεως ενδίκων μέσων αναστέλλεται κατά το διάστημα από της υποβολής της ανωτέρω αιτήσεως μέχρι της εκδόσεως αποφάσεως του δικαστηρίου περί της μετατροπής ή μη της ποινής. Αν η αίτηση γίνει δεκτή, το τυχόν ένδικο μέσο κατά της καταδικαστικής αποφάσεως θεωρείται ως μη ασκηθέν.
2. Το ποσό της μετατροπής καθορίζεται με ειδικά αιτιολογημένη απόφαση, αφού ληφθεί υπόψη η οικονομική κατάσταση του καταδικασμένου. Το ελάχιστο ποσό της κατά την προηγούμενη παράγραφο μετατροπής ορίζεται, για κάθε ημέρα φυλάκισης, σε τρία (3) ευρώ. Κατά τα λοιπά, εφαρμόζονται οι διατάξεις των παραγράφων 3 και 5 του άρθρου 82 του Ποινικού Κώδικα και της 50492/2008 (ΦΕΚ 1112 Β’) κοινής απόφασης των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Δικαιοσύνης.
3. Η κατά τις διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων μετατραπείσα περιοριστική της ελευθερίας ποινή, που δεν υπερβαίνει τα πέντε έτη φυλάκισης, μπορεί να μετατρέπεται περαιτέρω, με την ίδια ή μεταγενέστερη απόφαση του δικαστηρίου που αποφάσισε τη μετατροπή, σε ποινή παροχής κοινωφελούς εργασίας, αν το ζητεί ή το αποδέχεται εκείνος που καταδικάσθηκε και εφόσον η παροχή τέτοιας εργασίας από τον συγκεκριμένο καταδικασμένο είναι εφικτή. Εάν ο κατάδικος που παρέχει κοινωφελή εργασία έχει εκτίσει με τον τρόπο αυτό τα τρία πέμπτα της ποινής του, μπορεί να τύχει απόλυσης υπό όρο κατ’ εφαρμογή του άρθρου 105 επ. ΠΚ».

Αιτιολογική Έκθεση:
1. Στο πρόσφατο παρελθόν δύο φορές έγινε προσπάθεια άμεσης αποσυμφόρησης των φυλακών. Η πρώτη με το Ν. 3727/18.12.2008 και η δεύτερη με το Ν. 3772/10.7.2009. Η περιγραφική αστοχία της πρώτης προσπάθειας (βλ. υπό κεφάλαιο Γ, άρθρο 16) αντί να επιλύσει προβλήματα δημιούργησε ένα σοβαρό ζήτημα που αφορούσε στους ανθρώπους που είχαν καταδικαστεί σε ποινή κάθειρξης πέντε ετών, αφού στην οικεία ρύθμιση δεν διευκρινιζόταν αν στην περιοριστική της ελευθερίας ποινή, η οποία δεν υπερέβαινε τα πέντε έτη, υπαγόταν και η κάθειρξη των πέντε ετών. Την παραπάνω αστοχία επιχείρησε να διορθώσει ο επόμενος νόμος (βλ. υπό κεφάλαιο Β, άρθρο 14) κάνοντας ρητά μνεία και για την πενταετή κάθειρξη και αντικαθιστώντας την 10.7.2009 την αντίστοιχη διάταξη του προηγούμενου νόμου από τότε που η τελευταία είχε ισχύσει, δηλαδή από 18.12.2008 (άρθρο 14 ν. 3772/2009: «το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 16 του ν. 3727/2008, αντικαθίσταται από τότε που ίσχυσε ως εξής»). Το πρακτικό αποτέλεσμα της χορήγησης προθεσμίας εννέα μηνών, τον μήνα Ιούλιο του 2009, με προσδιορισμένη αφετηρία μέτρησης της συγκεκριμένης προθεσμίας τον μήνα Δεκέμβριο του 2008, δηλαδή χορήγησης προθεσμίας που είχε αρχίσει επτά μήνες πριν από τη δημοσίευση του νόμου που έδιδε τη συγκεκριμένη προθεσμία, γίνεται εύκολα αντιληπτό. Με τον τρόπο αυτό κατάδικοι των οποίων η σχετική αίτηση είχε απορριφθεί κατά το προηγούμενο χρονικό διάστημα, οπότε είχε επικρατήσει η άποψη ότι η πενταετής κάθειρξη δεν υπαγόταν στις περιπτώσεις του άρθρου 16 του ν. 3727/2008, διαπίστωσαν τον μήνα Ιούλιο του 2009 ότι κακώς είχε ήδη απορριφθεί η αίτησή τους (αφού φερόταν ότι ίσχυε κατά το στάδιο της απόρριψης της αίτησής τους νόμος, ο οποίος στην πραγματικότητα δεν ίσχυε στο αντίστοιχο χρονικό διάστημα), ενώ, παράλληλα, και ο χρόνος έκδοσης του νεότερου νόμου είχε σαν αποτέλεσμα πολλοί από τους καταδίκους που επιθυμούσαν να κάνουν χρήση του σχετικού ευεργετήματος να απωλέσουν τη σχετική προθεσμία, αφού δεν ήταν δυνατόν να αντιληφθούν ούτε ότι ένας νόμος που εκδόθηκε το μήνα Ιούλιο του 2009 φερόταν ότι ίσχυε, ως προς τις προθεσμίες που έθετε, από το μήνα Δεκέμβριο του 2008 ούτε ότι ένας νόμος που έκανε λόγο για εννέα μήνες στην πραγματικότητα έδιδε δύο μήνες προθεσμίας. Για το λόγο αυτό δίνεται για τελευταία φορά -και για μία μόνο φορά-, η δυνατότητα μετατροπής όλων των ποινών που δεν υπερβαίνουν τα πέντε έτη, συμπεριλαμβανομένης και της πενταετούς κάθειρξης, εφόσον υποβληθεί σχετική αίτηση εντός δύο μηνών από την έκδοση του παρόντος νόμου, ανεξάρτητα από το πότε θα προσδιοριστεί το δικαστήριο που θα κρίνει τη σχετική αίτηση και ανεξάρτητα από το πότε θα εκδικαστεί τελικά η αίτηση αυτή.
2. Επειδή, ωστόσο, είναι σαφές ότι το μέτρο θα αδικούσε εκείνους από τους καταδικασμένους, οι οποίοι δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να καταβάλλουν το ποσό της μετατροπής της ποινής τους, προβλέπεται ρητά, ειδικά για την περίπτωση που η μετατραπείσα με τη συγκεκριμένη διαδικασία ποινή δεν υπερβαίνει τα πέντε έτη φυλάκισης, ότι οι τελευταίοι μπορούν με αίτησή τους να μετατρέψουν περαιτέρω, την μετατραπείσα σε χρήμα ποινή τους, σε ποινή παροχής κοινωφελούς εργασίας. Προβλέπεται, εξάλλου, για πρώτη φορά η δυνατότητα απόλυσης υπό όρο και στην περίπτωση της μετατροπής της ποινής σε ποινή παροχής κοινωφελούς εργασίας, αφού έχει παρατηρηθεί ότι ένας από τους λόγους που οι κατάδικοι δεν επιθυμούν να υπαχθούν σε καθεστώς ποινής παροχής κοινωφελούς εργασίας είναι ότι, παρά το γεγονός ότι η τελευταία εκτίεται σε καθεστώς ελευθερίας, η ποινή τους εκτίεται ολόκληρη. Το ότι η πραγματική έκτιση της στερητικής της ελευθερίας ποινής στην πραγματικότητα μπορεί να οδηγήσει τους καταδίκους, εξαιτίας της απόλυσης υπό όρο στα 2/5/ της ποινής τους, σε συντομότερο χρονικό διάστημα σε καθεστώς ελευθερίας, θα προσεχθεί στο πλαίσιο μιας συνολικής αναμόρφωσης του θεσμού της «ποινής παροχής κοινωφελούς εργασίας», η οποία επίκειται, έτσι ώστε πραγματικά να δοθούν κίνητρα επιλογής στους καταδικασθέντες σε μικρές ποινές φυλάκισης.

11/19/2009

(Mη) συνταγματικότητα ΠΡΟΣΩΠΟΚΡΑΤΗΣΗΣ για χρέη προς το Δημόσιο

Στο Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο συζητήθηκε το σημαντικότατο από την άποψη του Συντάγματος, των αρχών του Κράτους Δικαίου και των Διεθνών Συμβάσεων για την προστασία των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, από τις οποίες δεσμεύεται η Ελλάδα, ζήτημα
της (μη) συνταγματικότητας της ΠΡΟΣΩΠΟΚΡΑΤΗΣΗΣ για χρέη προς το Δημόσιο.
Το ζήτημα έχει εισαχθεί στο ΑΕΔ λόγω των αντίθετων αποφάσεων του Αρείου Πάγου και του Συμβουλίου της Επικρατείας. [Σημειώνεται ότι η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας είχε κρίνει, ήδη από το έτος 2003, ότι δεν είναι εφαρμοστέα η προσωποκράτηση για ληξιπρόθεσμα χρέη προς το ΙΚΑ και προς τα Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου. Βλ. Ολομέλεια Σ.τ.Ε. 2858/2003, Επιστημονικό Περιοδικό Πράξη και Λόγος του Ποινικού και του Ιδιωτικού και Δημοσίου Δικαίου, 2003, σελ. 593].
Ο εισηγητής Σύμβουλος της Επικρατείας πρότεινε το επαχθέστατο μέτρο της ΠΡΟΣΩΠΙΚΗΣ ΚΡΑΤΗΣΗΣ για χρέη προς το Δημόσιο να κριθεί ως αντισυνταγματικό, διότι αντιτίθεται σε θεμελιώδεις διατάξεις του Συντάγματος και μάλιστα στα άρθρα 2, 5 και 7 και είναι αντίθετο προς τις συνταγματικές επιταγές, που προβλέπουν ότι ο σεβασμός και η προστασία της αξίας του ανθρώπου αποτελούν την πρωταρχική υποχρέωση της πολιτείας και η προσωπική ελευθερία είναι απαραβίαστη.
Το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο έχει επιφυλαχθεί να εκδώσει την απόφασή του.

ΝΟΜΙΚΟΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΣ

Έφεση της Εισαγγελίας στην υπόθεση ΣΕΡΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ

Η Εισαγγελία Εφετών Αθηνών άσκησε έφεση εναντίον της απόφασης του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου, που καταδίκασε τον κατηγορούμενο για ανθρωποκτονία από πρόθεση του γνωστού ηθοποιού ΝΙΚΟΥ ΣΕΡΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ και για κλοπή (κατά μεταβολή της κατηγορίας από ληστεία) και του επέβαλε ποινή κάθειρξης 20 ετών και 10 μηνών, διότι του αναγνώρισε την ελαφρυντική περίσταση του προτέρου εντίμου βίου.
Λόγοι της έφεσης είναι ότι εσφαλμένα το ΜΟΔ αναγνώρισε στον κατηγορούμενο την ελαφρυντική περίσταση του προτέρου εντίμου βίου και εσφαλμένα μετέτρεψε την κατηγορία της ληστείας σε κλοπή.
Μετά την άσκηση έφεσης ο κατηγορούμενος θα δικασθεί και πάλι από μηδενική βάση με προβλεπόμενη ποινή την ισόβια κάθειρξη και όχι την πρωτοδίκως επιβληθείσα.

ΝΟΜΙΚΟΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΣ

11/17/2009

Επιτάφιος για μια χαμένη γενιά

Ο Αντώνης είναι ήσυχο παιδί. Ευαίσθητος, τους αγαπάει όλους και θέλει να τον αγαπούν.
Ο Αντώνης παύει νάναι ήσυχο παιδί. Νοιώθει γύρω του να πλανιέται περίσσεια αδικία, πόνος, μίσος, διάψευση των ονείρων, εξεγείρεται.
Ο Αντώνης ξαναγίνεται ήσυχο παιδί. Τούδωσαν οι έμποροι των ψυχών μιαν άσπρη σκόνη που μουδιάζει και νεκρώνει το μυαλό και την ψυχή.
Ο Αντώνης είναι πια ήσυχο παιδί - για πάντα - τον σκότωσε μια σύριγγα σ’ ένα βρώμικο δωμάτιο ένα βράδυ σκοτεινό.
Ένα τριαντάφυλλο αποθέτω στον τάφο σου Αντώνη (ή μάλλον καταθέτω μια υπόσχεση: θα υπερασπίζομαι όσους δεν θέλουν να είναι ήσυχα παιδιά - θα παλεύω για όσους τους νεκρώνουν το μυαλό και την ψυχή για να γίνουν ήσυχα παιδιά).

(Αφιερώνεται στον Αντώνη και στο γλυκό του χαμόγελο, που έσβησε για πάντα, μέχρι οι ειδικοί και οι παραειδικοί να πάρουν τις “δέουσες αποφάσεις”, να φτιάξουν σωστούς νόμους και να πάρουν σωστά μέτρα.
Aφιερώνεται στη Μαρία που την έπεισα ν’ αγαπήσει τη ζωή, στη Μαρία που την απελευθέρωσα απ’ τα βρόχια του θανάτου, στη Μαρία που τη βρήκα σπουδάστρια στο ακροατήριο που δίδασκα, στη Μαρία που ζει ευτυχισμένη με τα παιδιά της.)

Γιώργος Συλίκος

11/11/2009

ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΡΑΤΗΣΗ

Με πρόσφατες δηλώσεις τίθεται και πάλι στην επικαιρότητα το οξύτατο για τους Πολίτες και τους Νομικούς ζήτημα της λεγόμενης “προσωρινής κράτησης”.
Πολίτες, που απλώς κατηγορούνται, ακόμη και με μια απλή μήνυση, βρίσκονται στη φυλακή. Αυτό δεν αφορά μόνον τους αποκαλούμενους “ειδεχθείς εγκληματίες”. Αφορά τον οποιονδήποτε Πολίτη γιατί οποιοσδήποτε Πολίτης μπορεί να κατηγορηθεί και βέβαια να κατηγορηθεί άδικα. (Οι Πολίτες πρέπει πλέον να συνειδητοποιήσουν ότι οι περισσότερες ποινικές υποθέσεις προκύπτουν από τις καθημερινές οικονομικές, κοινωνικές και άλλες σχέσεις τους και δραστηριότητές τους, χωρίς να φαντάζονται ότι κάποια μέρα θα βρεθούν κατηγορούμενοι).
Και ο αριθμός των “προσωρινά κρατούμενων” όχι μόνον δεν μειώνεται αλλά αυξάνεται δημιουργώντας κοινωνικό πρόβλημα.
Πρώτα απ’ όλα για να αντιμετωπισθεί το πρόβλημα της χωρίς νομικό και ουσιαστικό ορθολογισμό επιβολής “προσωρινών κρατήσεων” πρέπει να γίνει συνείδηση σε όσους επιβάλλουν “προσωρινή κράτηση” ότι η “προσωρινή κράτηση” δεν είναι ούτε προσωρινή ούτε κράτηση ! Δεν μπορεί να θεωρηθεί “προσωρινή” μια κράτηση, που μπορεί να φτάσει και τους 18 μήνες και δεν είναι “κράτηση”, διότι ο “προσωρινά κρατούμενος” είναι κανονικός φυλακισμένος, κρατείται στις φυλακές, που κρατούνται και κατάδικοι, και έχει την αντιμετώπιση καταδίκου.
Όσο δεν γίνεται συνείδηση σε όσους επιβάλλουν “προσωρινές κρατήσεις” ότι ο άνθρωπος που φεύγει από το ανακριτικό γραφείο μεταφέρεται με χειροπέδες σε μια φυλακή και εκεί θα περάσει ένα μέρος της ζωής του (μικρό ή και μεγάλο), δεν πρόκειται να βελτιωθεί τίποτε στη λειτουργία του θεσμού, όσες επιτροπές και παραεπιτροπές “σοφών” και αν συγκροτηθούν.
Ας μην κρυβόμαστε πια πίσω από τα λεκτικά παραπετάσματα ! Η μετονομασία της προφυλάκισης σε “προσωρινή κράτηση” δεν άλλαξε την φύση και την ουσία του θεσμού, που είναι κανονική ΠΡΟ-ΠΟΙΝΗ, αλλά τον εξωράϊσε μόνον λεκτικά - ορολογικά (όπως γίνεται συνήθως στην Ελλάδα, που επειδή η ουσία δεν μεταβάλλεται αλλάζουν τα ονόματα για να δώσουν την άχαρη επίφαση της κίνησης και της αλλαγής).
Πέραν τούτου είναι προβληματικό να εξωραϊζει λεκτικά κάποιος ένα ωμό στη φύση του θεσμό αλλάζοντας το όνομά του, που προβλέπεται από το Σύνταγμα (!), χωρίς να αναθεωρεί το Σύνταγμα.
Ένας άλλος παράγοντας, που συντελεί καθοριστικά στην υπερχρήση και κατάχρηση του θεσμού, είναι η αοριστία των προϋποθέσεών του. Όσο έστω και μία προϋπόθεση του θεσμού διατυπώνεται αόριστα, οι προφυλακίσεις θα εξακολουθήσουν να αυξάνονται.
Τι θα πει “αν αφεθεί ελεύθερος είναι πολύ πιθανό όπως προκύπτει από ειδικά μνημονευόμενα περιστατικά της προηγούμενης ζωής του ή από τα συγκεκριμένα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της πράξης για την οποία κατηγορείται, να διαπράξει και άλλα εγκλήματα” ; (Με αυτή κυρίως την προϋπόθεση επιβάλλεται το μεγαλύτερο μέρος των προσωρινών κρατήσεων). Εφόσον προσωρινή κράτηση επιβάλλεται κυρίως για κακουργήματα πάνοτε θα (μπορεί κανείς να πει ότι) “υπάρχουν ιδιαίτερα χαρακτηριστικά ης πράξης, από τα οποία προκύπτει ότι είναι πολύ πιθανό να διαπράξει ο κατηγορούμενος και άλλα εγκλήματα”.
Οι χρησμοί του μαντείου των Δελφών ήταν πιο σαφείς από την προϋπόθεση του νόμου !
Η ανάγκη αιτιολόγησης της διάταξης, με την οποία επιβάλλεται η προφυλάκιση, προβάλλεται ως μια εγγύηση. Εδώ όμως παρεισέρχεται ο τρίτος παράγοντας. Το ουσιαστικά ανέλεγκτο της κρίσης του ανακριτή. Ποιος θα ελέγξει νομικά και ουσιαστικά την πλήρωση των προϋποθέσεων επιβολής της προσωρινής κράτησης ; Ποιος θα ελέγξει αν στοιχειοθετούνται οι προϋποθέσεις του νόμου ;
Βεβαίως προβλέπεται προσφυγή κατά των διατάξεων του ανακριτή. Όμως χρήσιμο θα ήταν για όσους λαμβάνουν νομοθετικές αποφάσεις να διερευνήσουν εάν και κατά πόσο το συγκεκριμένο σύστημα ελέγχου της επιβολής προσωρινής κράτησης λειτουργεί, δηλαδή να διερευνήσουν δύο παραμέτρους: α) αν ασκούνται προσφυγές σε περιπτώσεις, στις οποίες έπρεπε να ασκηθούν, και αν δεν ασκούνται ποιοι είναι οι λόγοι και β) ποια είναι η τύχη των ασκούμενων προσφυγών (και μήπως αυτός είναι καταλυτικός παράγοντας που αποτρέπει τις προσφυγές, συνεπώς και τη λειτουργία του συστήματος ελέγχου της προσωρινής κράτησης).
Και για να δούμε το ζήτημα σφαιρικά απ’ όλες τις απόψεις. Πώς μπορεί να αποφασίσει νηφάλια και ψύχραιμα ο ανακριτής, που δεν απεκδύεται των ανθρωπίνων ιδιοτήτων, για την επιβολή ή όχι προσωρινής κράτησης, όταν αντιμετωπίζει την πίεση μιας απροσδιόριστης και ελάχιστα ενήμερης για το Κράτος Δικαίου και τις θεμελιώδεις αρχές του “κοινής γνώμης” ή ισχυρών ομάδων πίεσης και όταν νοιώθει ότι μπορεί να ελεγχθεί για την τυχόν επιεική κρίση του, χωρίς να έχει στηρίγματα, όταν η απόφασή του να μην επιβάλει “προσωρινή κράτηση” θα προκαλέσει αντιδράσεις και μάλιστα ισχυρών παραγόντων (είτε είναι η “κοινή γνώμη” είτε είναι διάφορα συμφέροντα) ; Και πώς να αποφασίσει νηφάλια και αμερόληπτα όταν η μυστικότητα της ανακριτικής διαδικασίας, που είναι αναγκαία για μια λελογισμένη και ορθολογιστική ανακριτική διαδικασία, έχει ήδη ενταφιασθεί από πολλών ετών στο νεκροταφείο των νομικών ιδεών ;

Η πρότασή μου είναι: Όχι ασύμπτωτοι μονόλογοι. Διάλογος ανάμεσα στους δικαστές, στους εισαγγελείς και στους δικηγόρους για να βρεθεί με τη διαλεκτική διαδικασία η ορθή λύση με ακρόαση όλων των απόψεων.

Περιμένουμε τις προτάσεις και της Πολιτείας για να ασκήσουμε εποικοδομητική κριτική με πλήρη και εμπεριστατωμένη γνώση της Επιστήμης αλλά και της ΠΑΝΔΑΜΑΤΟΡΟΣ ΠΡΑΞΗΣ

Και οι πολίτες, που αδιαφορούν γι’ αυτά τα θέματα, καλό είναι να γνωρίζουν ότι ποτέ δεν μπορείς να ξέρεις τις τροπές της τύχης. Και όταν η καμπάνα χτυπάει, δεν ξέρεις για ποιον χτυπάει. Μπορεί αύριο να χτυπάει για σένα.

Γιώργος Συλίκος

ΤΥΦΛΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ

Η Δικαιοσύνη, για να είναι ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ, πρέπει να είναι “τυφλή”.
Δεν πρέπει όμως να απονέμεται “στα τυφλά” !
Και κυρίως πρέπει να βλέπει στο σκοτάδι !
Αν δεν βλέπει στο σκοτάδι, είναι απλώς τυφλή αλλά όχι οξυδερκής, συνεπώς δεν βλέπει την αλήθεια, που κείτεται πάντοτε στο σκοτεινό βυθό ("εν βυθώ η αλήθεια").
Αν απονέμεται "στα τυφλά", δεν έχει λογική και λόγο.
Και αν δεν είναι τυφλή, δεν είναι Δικαιοσύνη.

ΔΙΚΑΙΟΛΑΤΡΕΣ

11/09/2009

ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ

Τα πρόσφατα περιστατικά με την αστυνομία βάζουν και πάλι στο προσκήνιο το θέμα της λειτουργικής επάρκειας και της εκπαίδευσης των αστυνομικών για την αποτροπή του εγκλήματος.
Και βέβαια ΕΑΝ Η ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ ΕΙΝΑΙ ΑΝΕΠΑΡΚΗΣ ΝΟΙΩΘΟΥΝ ΑΝΑΣΦΑΛΕΙΑ ΟΙ ΠΟΛΙΤΕΣ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΟΙ ΠΑΡΑΒΑΤΕΣ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ, με αποτέλεσμα να δημιουργείται η κατάσταση, που οι Αμερικανοί Εγκληματολόγοι αποκαλούν "ΑΝΟΜΙΑ", δηλαδή ανεπάρκεια της λειτουργίας του Νόμου ως μέσου πρόληψης και καταστολής του εγκλήματος, που συνεπάγεται ΑΥΞΗΣΗ ΤΟΥ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ.
Πρέπει όλοι, σε όλα τα επίπεδα, να καταλάβουν ότι το πρόβλημα της ανεπάρκειας της ελληνικής αστυνομίας δεν είναι μόνον ποσοτικό αλλά κυρίως ποιοτικό.
Είναι βέβαια σημαντικό θέμα το πόσοι αστυνομικοί πραγματικά υπηρετούν και στελεχώνουν τις λεγόμενες “μάχιμες υπηρεσίες” και πόσοι είναι ανενεργοί και ασχολούνται με τα γνωστά πάρεργα.
Κυρίως όμως είναι σημαντικό θέμα πόσοι αστυνομικοί ξέρουν πραγματικά και μπορούν να εφαρμόσουν σωστά τους νόμους, πόσοι ξέρουν και μπορούν να χειρισθούν σωστά το όπλο τους, πόσοι ξέρουν, σέβονται και τηρούν τα δικαιώματα των πολιτών, πόσοι έχουν επιστημονικές γνώσεις και ικανότητες να διερευνήσουν σωστά ένα έγκλημα, ώστε να βρουν τον πραγματικό δράστη.
Όσοι παίρνουν αποφάσεις καλό είναι να ρωτήσουν κάποτε τους ίδιους τους αστυνομικούς να τους πουν, χωρίς φόβο και πάθος, πόσοι συνάδελφοί τους πρέπει πραγματικά να έχουν όπλο σε ώρα υπηρεσίας και γενικά να οπλοφορούν και πόσοι είναι επαρκείς για την εφαρμογή των νόμων. Οι απαντήσεις θα τους εκπλήξουν (θα τους αφήσουν άναυδους).
Οι πολίτες θέλουν μια ΚΑΛΛΙΤΕΡΗ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ, που να γνωρίζει να εφαρμόζει τους νόμους, ΝΑ ΣΕΒΕΤΑΙ ΚΑΙ ΝΑ ΤΗΡΕΙ, χωρίς καμιά παρέκκλιση, ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΚΑΙ ΤΙΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΕΣ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ και στην τρίτη χιλιετία (!), στην χιλιεταία της κοινωνίας της Επιστήμης και της Γνώσης, να έχει Eπιστημονικές Γνώσεις, να ξέρει να διερευνήσει σωστά ένα έγκλημα και κυρίως να επεμβαίνει άμεσα, διότι είναι γνωστό ότι ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΟΤΡΟΠΗ ΤΟΥ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΜΕΙΩΣΗ ΤΗΣ ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ δεν έχει τόση σημασία πόσοι αστυνομικοί υπάρχουν αριθμητικά αλλά κυρίως το αν υπάρχει αμεσότητα στην αντιμετώπιση του εγκλήματος.
Αν δεν γίνουν άμεσα οι ορθές ενέργειες προς αυτή την κατεύθυνση, θα εξακολουθήσει να κυριαρχεί ανασφάλεια στους πολίτες όχι μόνο από την ΔΙΑΡΚΩΣ ΑΥΞΑΝΟΜΕΝΗ ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ, που έχει αλλάξει πια είδος και βαρύτητα, αλλά και από την ΑΔΥΝΑΜΙΑ ΤΩΝ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΩΝ που είναι ταγμένοι να την καταστείλουν.

Ένας γνώστης της δομής και της λειτουργίας της ελληνικής αστυνομίας

11/01/2009

ΔΟΜΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ

Μετά από τόσες δήθεν “επιταχύνσεις της δίκης”, τροποποιήσεις Κωδίκων, άπειρες διορθώσεις και ξαναδιορθώσεις νόμων, συζητούμε και πάλι τα προβλήματα της βραδύτητας της λειτουργίας της Δικαιοσύνης.
Αυτό σημαίνει ότι η επιβράδυνση της Δικαιοσύνης είναι δομική και οφείλειται σε αδράνεια και δυσλειτουργία των θεσμών και δεν μπορεί να λυθεί με απλά διατυμπανιζόμενα μέτρα (είναι δηλαδή σαν να προσποιούμαστε ότι πιστεύουμε ότι με την αυστηροποίηση των ποινών λύνεται το πρόβλημα των ναρκωτικών).
Η ελληνική πολιτεία πρέπει να το πάρει απόφαση: Δεν αρκούν τα νομοθετικά μέτρα και οι αναθεωρήσεις των Κωδίκων, που έχουν καταντήσει κουρελόπανα από τις διάτρητες πολλαπλές τροποποιήσεις που κάνει με ΚΟΠΤΟΡΡΑΠΤΙΚΟ ΟΙΣΤΡΟ η πολιτεία.
Χρειάζεται γνώση, ενδιαφέρον και διάθεση που είτε δεν υπάρχουν είτε δεν βρίσκουν πρόσφορο έδαφος.
Το γεγονός είναι ότι όσοι πραγματικά αγωνιούν και μπορούν να προσφέρουν με ρεαλιστικές προτάσεις (άνθρωποι με σημαντικές γνώσεις, εμπειρίες και ειλικρινές ενδιαφέρον) ουδόλως καλούνται να συμμετάσχουν σε μια προσπάθεια ανακαίνισης και αναγέννησης, με αποτέλεσμα ο μηχανισμός της Δικαιοσύνης να παραμένει μπλοκαρισμένος σε όλα τα πεδία και επίπεδα.

Νόμοι για (δήθεν) επιτάχυνση της ποινικής διαδικασίας. Ένα απρόσφορο ιδεολόγημα.

Τα τελευταία χρόνια γινόμαστε μάρτυρες της δημιουργίας και κραταίωσης ενός νέου θεσμού, που δεν προβλέπεται από την Ποινική Δικονομία αλλά την επηρεάζει άμεσα και καταλυτικά: περικοπές και εκπτώσεις δικονομικών δικαιωμάτων, δηλαδή των δικαιωμάτων του πολίτη (!), για χάρη της δήθεν “επιτάχυνσης” της ποινικής δίκης.
Στο βωμό της “επιτάχυνσης” πολλά και τρομερά συντελούνται: περικόπτονται ένδικα μέσα, περιτέμνεται και αποτέμνεται το καίριο στάδιο της ενδιάμεσης διαδικασίας ή καταργούνται τα ένδικα μέσα σ’ αυτό το στάδιο και όπως πάμε οι υποθέσεις θα εισάγονται κατευθείαν, χωρίς καμιά επεξεργασία στα ακροατήρια, αφαιρούνται δικονομικά δικαιώματα, περικόπτονται αναβολές και άλλα γνωστά.
Αποτέλεσμα: Υποθέσεις σημαντικής σοβαρότητας, για τις οποίες προβλέπονται ποινές κάθειρξης, και μάλιστα ισόβιας, εισάγονται χωρίς καμιά ουσιαστική επεξεργασία και χωρίς κανένα ουσιαστικό έλεγχο στα ακροατήρια, με προφανή δυσμενή αποτελέσματα και για τους πολίτες, που κάθονται στο εδώλιο χωρίς καν να διερευνηθεί επαρκώς αν υπάρχουν ενδείξεις ενοχής τους, και για τα Δικαστήρια, που χρεώνονται με ένα ανεπεξέργαστο όγκο υλικού, που μπορεί να είναι και ένα πλήθος σελίδων, ώστε πολλές φορές η ορθή κρίση της υπόθεσης να επαφίεται ουσιαστικά στο δευτεροβάθμιο Δικαστήριο. Το γεγονός ότι οι υποθέσεις, και μάλιστα οι σημαντικότερες από άποψη στατιστικής συχνότητας και ποινών, εισάγονται ανεπεξέργαστες στα ακροατήρια συντελεί, ως δευτερογενής παράγοντας, στην δυσλειτουργία του συστήματος της Ποινικής Δικαιοσύνης και στην επιβράδυνση των ποινικών υποθέσεων, διότι η συντριπτική πλειοψηφία τους εισάγεται στα δευτεροβάθμια Δικαστήρια, αφού ο πολίτης νοιώθει ότι αδικήθηκε.
Για την επιβράδυνση των ποινικών διαδικασιών, όπως είναι πασίδηλο σε όσους ασχολούνται με την Ποινική Δικαιοσύνη, δεν φταίνε, βέβαια, τα δικαιώματα του Πολίτη, που περικόπτονται, αλλά οι δομικές και λειτουργικές ατέλειες και η έλλειψη στρατηγικού σχεδιασμού του συστήματος της Ποινικής Δικαιοσύνης, οι γνωστές σε όλους (και στους ίδιους) ελλείψεις της ικανότητας χειρισμού των ποινικών υποθέσεων εκ μέρους δικαστών, εισαγγελέων και δικηγόρων, που οδηγούν πλήθος υποθέσεων σε αποτελμάτωση και δημιουργούν χρονοβόρες διαδικασίες, η αδυναμια εστιασμού στο κύριο και καίριο, η αδυναμία θήρευσης του ουσιώδους. Ακόμη κι αν περικοπεί όλη η προδικασία και εισάγονται οι κατηγορούμενοι κατ’ ευθείαν στο εδώλιο με συνοπτικές διαδικασίες (γιατί εκεί θα καταλήξουμε - καταντήσουμε στο τέλος) και πάλι, αν δεν υπάρχει η ικανότητα σωστού και αποτελεσματικού χειρισμού των ποινικών υποθέσεων, οι υποθέσεις θα ανακυκλώνονται και θα αναπαράγονται και έτσι πάλι θα προκαλείται επιβράδυνση της διεξαγωγής τους και επιμήκυνση του χρόνου της.
Οι ελληνικές δικαστικές αποφάσεις επίσης (δυστυχώς) δεν έχουν εξασφαλίσει την αναγκαία πειθώ ορθότητας απέναντι στους πολίτες. Η Ποινική Δικαιοσύνη πρέπει κυρίως να πείθει και όχι να πιέζει. Συνεπώς όλοι θεωρούν ότι αδικήθηκαν και είναι αυτονόητο ότι θα ασκήσουν όλα τα δυνατά σ’ αυτούς ένδικα μέσα.
Οι ατέλειες αυτές ριζώνουν ανεξάλειπτα στις πασίγνωστες αδυναμίες και δυσλειτουργίες του συστήματος εκπαίδευσης των Ελλήνων Νομικών, ξεκινώντας από τις Νομκές Σχολές και φτάνοντας μέχρι την άσκηση των Δικηγόρων και τη σχολή Δικαστών, καθώς και την σε ευρύτατη έκταση ανύπαρκτη δια βίου εκπαίδευσή τους, καθώς και στην εντελώς προβληματική εκπαίδευση των αστυνομικών και των άλλων ανακριτικών υπαλλήλων. Ειδικά, όπως όλοι ξέρουν, όσοι τελειώνουν τις Ελληνικές νομικές σχολές δεν έχουν τις αναγκαίες και επαρκείς γνώσεις για τη Νομική Πράξη και οι περισσότεροι δεν έχουν καθόλου γνώσεις για τη Νομική Πράξη (λες και οι Νομικές Επιστήμες είναι θεωρητικές και όχι εφαρμοσμένες επιστήμες !) και η μέγιστη πλειοψηφία των φοιτητών δεν παρακολουθεί τα μαθήματα, όχι βέβαια γιατί η μέγιστη πλειοψηφία των φοιτητών, και μάλιστα άριστοι φοιτητές, είναι δήθεν “κακοί φοιτητές”, όπως τους κατηγορούν, αλλά γιατί, προφανώς, δεν έχουν τα δημιουργικά και γόνιμα ερεθίσματα που θα τους προσελκύσουν στις πανεπιστημιακές αίθουσες.
Όταν μάλιστα κάποιοι πανεπιστημιακοί καθηγητές κατακρίνουν δικαστικές αποφάσεις, τον εαυτό τους κατακρίνουν ουσιαστικά, διότι οι δικαστές, των οποίων τις αποφάσεις κατηγορούν, δικοί τους φοιτητές υπήρξαν (δεν έγιναν δικαστικοί λειτουργοί με νομική παρθενογένεση).
Μία είναι η λύση: Να κάνουμε με ορθή γνώση και πράξη καλλίτερες νομικές δομές και με ορθή νομική και άλλη Παιδεία καλλίτερους προσωπικούς φορείς των νομικών δομών, που να έχουν βαθιά και λειτουργικά αποτελεσματική νομική σκέψη, γνώση και εμπειρία.
Όταν δυσλειτουργεί ένας κρατικός θεσμός, δεν φταίνε τα δικαιώματα των πολιτών, που είναι ταγμένος να εξυπηρετήσει. Μπορεί να φταίει ο ίδιος ο θεσμός και αυτοί που τον στελεχώνουν είτε πρόκειται για λειτουργούς της Δικαιοσύνης είτε για δικηγόρους είτε για ανακριτικούς υπαλλήλους.
Και η πολιτική εξουσία δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάει μια αλήθεια, που συνήθως απολησμονεί: Τελικά την δυλειτουργία οποιουδήποτε θεσμού την πληρώνει κυριολεκτικά (με τους φόρους του) και μεταφορικά ο πολίτης. Και οι πολίτες (σήμερα), στις δύσκολες, από πολλές πλευρές, συνθήκες, στις οποίες ζουν, δεν έχουν δυνατή φωνή αλλά έχουν ισχυρή μνήμη !

ΝΟΜΙΚΟΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΣ

ΣΩΦΡΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΩΦΡΟΝΙΣΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ

ΣΩΦΡΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ "ΣΩΦΡΟΝΙΣΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ"

ΕΝΑΣ ΑΝΤΙ-ΛΟΓΟΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΦΥΛΑΚΕΣ

Το σωφρονιστικό σύστημα χρειάζεται σωφρονισμό.
Είναι άφρον σωφρονιστικό σύστημα!
Οι νόμοι θα αλλάζουν και θα ξαναλλάζουν. Όμως ΟΙ ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΦΥΛΑΚΕΣ και άλλα ευαγή "σωφρονιστικά ιδρύματα" δεν θα αλλάζουν και θα παραμένουν απολιθωμένα.
Η λειτουργία του Ελληνικού σωφρονιστικού συστήματος δεν πρόκειται να αλλάξει χωρίς γενναίες τομές, που θα θεμελιώνονται στην κατανόηση της πραγματικότητας και της λειτουργικής φύσης του.
Η πρακτική εμπειρία μου σαν δικηγόρου από τις φυλακές μου λέει:
Όσο ΟΙ ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΦΥΛΑΚΕΣ ΘΑ ΕΙΝΑΙ ΑΠΟΘΗΚΕΣ για να στοιβάζονται, χωρίς λογική και παρά τη λογική, σώματα και ψυχές και όσο ο κρατούμενος θα πάσχει από καταλυτικό λίμνασμα του χρόνου του (και της ψυχής του), ΚΑΜΙΑ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΗ ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΔΕΝ ΘΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΣΤΙΣ ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΦΥΛΑΚΕΣ.
Η “επανακοινωνικοποίηση” βέβαια των κρατουμένων και η “βελτίωσή” τους και άλλα τέτοια φληναφήματα αντηχούν βέβαια μόνο σαν τραγικά αστεία σε όσους γνωρίζουν την κατάσταση στις ελληνικές φυλακές, που το μόνο που κάνουν είναι να επιφέρουν αποκοινωνικοποίηση και να μυούν τους πρωτόπειρους κρατουμένους στην εγκληματικότητα και να βελτιώνουν τους πεπειραμένους στην εγκληματική τεχνογνωσία και να τους μετεκπαιδεύουν.
Ένα σημαντικό πρόβλημα των κρατουμένων στις ελληνικές φυλακές είναι το λίμνασμα του χρόνου τους, η πλήρης αδυναμία τους να αξιοποιήσουν δημιουργικά το χρόνο τους.
Στις ελληνικές φυλακές υπάρχει μια άλλη θεωρία της σχετικότητας, που ούτε μπορούσε να φανταστεί ο Αϊνστάϊν: Ο χρόνος πάσχει από μια σχετική βραδύτητα, επιβραδύνεται ριζικά και στο τέλος χάνεται και μαζί του χάνεται η αίσθηση της πραγματικότητας και της κοινωνικής ζώης και η διάθεση και δίψα για ζωή.
Για να καταλάβουν όποιοι παίρνουν αποφάσεις αυτή την πραγματικότητα το καλλίτερο είναι ένα πραγματικό παράδειγμα: Ο κρατούμενος είναι ένας άνθρωπος, που έχει πολλά χρόνια στη φυλακή και του κάνω επισκεπτήριο. Ξαφνικά πιάνει βροχή. Ο κρατούμενος σηκώνεται ευγενικά και κλείνει το ανοικτό παράθυρο της μικρής αίθουσας, που γινόταν τότε το επισκεπτήριο. Γυρνάει και μου λέει: “Είδατε. Μετά από τόσα χρόνια εδώ μέσα μπορώ να καταλαβαίνω ακόμη ότι έξω βρέχει. Οι περισσότεροι εδώ μέσα ούτε το καταλαβαίνουν πια ούτε τους ενδιαφέρει”.
Πώς περιμένουμε σταλήθεια να κοινωνικοποιήσουμε ανθρώπους με ένα θεσμό, που τους αποκοινωνικοποιεί και τους ασυλοποιεί βγάζοντάς τους από την κοινωνική πραγματικότητα και βάζοντάς τους σε ένα αγιάτρευτο περιθώριο ; Σε χώρους, όπου ανεξάρτητα από το είδος και τα αίτια και τη βαρύτητα της πράξης τους μόνο παραβάτες του ποινικού νόμου θα συναναστραφούν ;
Αν δεν αλλάξουν οπτική και προοπτική εκείνοι που παίρνουν τις νομοθετικές αποφάσεις οι φυλακές μόνον βαρύτερη εγκληματικότητα και εχθρούς της κοινωνίας θα παράγουν και τότε “έσται η εσχάτη πλάνη χείρων της πρώτης”.
Είμαι (παρ)άφρονας γιατί πιστεύω ότι είναι δυνατός ο σωφρονισμός του ελληνικού σωσφρονιστικού συστήματος.
Είμαι στη διάθεση οποιουδήποτε για προτάσεις. Ξέρω ότι κανείς, εκτός από την Ένωση Ελλήνων Νομικών, δεν πρόκειται να με ακούσει.

Ελπιδοφόρος

ΚΑΚΟΔΙΚΙΟΥΠΟΛΗ

Αγαπητέ Νομικέ Παρατηρητή,
Συγχαρητήρια για το καταπληκτικό κείμενό σου, που εκφράζει τη μεγάλη πλειοψηφία όσων ασχολούνται ενεργά με την Ποινική Δικαιοσύνη και σκέφτονται ακριβώς όσα γράφεις αλλά δεν τα λένε φωναχτά παρά μόνο στις παρέες τους !
Θέλω να σας φέρω σαν πρακτικό παράδειγμα μια φανταστική δικάσιμο από τη φανταστική “Κακοδικιούπολη”.
Σ’ αυτή την πόλη περιμένετε σ’ ενα Δικαστήριο σαν το Τριμελές Πλημμελειοδικείο για να δικασθεί η υπόθεσή σας, που έχει έναν από τους πρώτους αριθμούς του πινακίου. Εύλογα δεν απομακρύνεστε, μένετε στην αίθουσα και έχετε το νου σας. Το Δικαστήριο αναβάλλει μία υπόθεση, εκδικάζει άλλη μία και περατώνει ολόκληρη την υπόλοιπη δικάσιμο με ακόμη μία υπόθεση αναβάλλοντας στις τρεις όλες τις άλλες υποθέσεις του πινακίου λόγω ωραρίου ! Στην τρίτη υπόθεση έχει κληθεί πλήθος μαρτύρων, που είτε λένε τα ίδια είτε δεν γνωρίζουν κάτι από δική τους αντίληψη αλλά λένε τι άκουσαν σαν φήμες, κουτσομπολιά και συζητήσεις. Το δικαστήριο και ο εισαγγελέας μπορεί να αγνοούν στοιχειώδη πράγματα, όπως πότε μπορούν να διαβασθούν στην ποινική δίκη έγγραφα (μπορεί να νομίζουν ότι έγγραφα διαβάζονται μόνο στο στάδιο των αναγνωστέων εγγράφων, αλλά δεν μπορούν να διαβασθούν ούτε πριν ούτε μετά). Μπορεί να αρνούνται μάλιστα, κατ’ αρχάς, να διαβάσουν έγγραφα, τα οποία έχει φέρει ο κατηγορούμενος και ζητεί την ανάγνωσή τους κατά το στάδιο της απολογίας του.
Οι συνήγοροι, αντί να συμβάλουν στην προαγωγή της εξέλιξης της υπόθεσης, αναλίσκονται σε προσωπικές αντιδικίες, αντιμαχίες και αντεγκλήσεις.
Και ένα πλήθος υποθέσεων, που είχαν προσδιορισθεί για να δικασθούν κατά τη συγκεκριμένη δικάσιμο, αναβάλλονται για άλλη πιο τυχερή γι’ αυτές δικάσιμο (μεταξύ των οποίων υποθέσεις με τραγικούς παθόντες).
Το Δικαστήριο μπορεί, αν και κατανοεί, όπως οποιοσδήποτε λογικός άνθρωπος, ότι αδυνατεί να διεκπεραιώσει την τρίτη υπόθεση που δικάζει (π.χ. έχει περάσει η ώρα 2.30 και έχει να εξετάσει μάρτυρες, απολογία κατηγορουμένου, αγορεύσεις κλπ), δεν αναβάλλει τις υπόλοιπες υποθέσεις, με αποτέλεσμα γηραιός δικηγόρος, στα όρια εμφράγματος, να διαμαρτυρηθεί έντονα, να διακοπεί η συνεδρίαση και τότε να αναβληθούν οι επόμενες υποθέσεις.
Αυτά βέβαια δεν συμβαίνουν σε Ελληνικά Δικαστήρια.
Αν όμως συνέβαιναν, πώς θα ήταν δυνατό κανείς να πιστεύει ότι, εφόσον επικρατούν τέτοιες συνθήκες, είναι ποτέ δυνατό, αλλάζοντας απλώς τους νόμους, που είναι ένα εποικοδόμημα, να αλλάξεις τη λειτουργία του συστήματος της Δικαιοσύνης ;
Όσοι παίρνετε αποφάσεις γνωρίστε τη φύση του πράγματος, για να μπορείτε να αλλάξατε το ίδιο το πράγμα !
Και δεν μπορείτε να μάθετε τη φύση του πράγματος παρά μόνον από όσους βιώνουν το πράγμα, τους οποίους εσείς εντελώς τους αγνοείτε !
Κωνσταντίνος