11/01/2009

ΔΟΜΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ

Μετά από τόσες δήθεν “επιταχύνσεις της δίκης”, τροποποιήσεις Κωδίκων, άπειρες διορθώσεις και ξαναδιορθώσεις νόμων, συζητούμε και πάλι τα προβλήματα της βραδύτητας της λειτουργίας της Δικαιοσύνης.
Αυτό σημαίνει ότι η επιβράδυνση της Δικαιοσύνης είναι δομική και οφείλειται σε αδράνεια και δυσλειτουργία των θεσμών και δεν μπορεί να λυθεί με απλά διατυμπανιζόμενα μέτρα (είναι δηλαδή σαν να προσποιούμαστε ότι πιστεύουμε ότι με την αυστηροποίηση των ποινών λύνεται το πρόβλημα των ναρκωτικών).
Η ελληνική πολιτεία πρέπει να το πάρει απόφαση: Δεν αρκούν τα νομοθετικά μέτρα και οι αναθεωρήσεις των Κωδίκων, που έχουν καταντήσει κουρελόπανα από τις διάτρητες πολλαπλές τροποποιήσεις που κάνει με ΚΟΠΤΟΡΡΑΠΤΙΚΟ ΟΙΣΤΡΟ η πολιτεία.
Χρειάζεται γνώση, ενδιαφέρον και διάθεση που είτε δεν υπάρχουν είτε δεν βρίσκουν πρόσφορο έδαφος.
Το γεγονός είναι ότι όσοι πραγματικά αγωνιούν και μπορούν να προσφέρουν με ρεαλιστικές προτάσεις (άνθρωποι με σημαντικές γνώσεις, εμπειρίες και ειλικρινές ενδιαφέρον) ουδόλως καλούνται να συμμετάσχουν σε μια προσπάθεια ανακαίνισης και αναγέννησης, με αποτέλεσμα ο μηχανισμός της Δικαιοσύνης να παραμένει μπλοκαρισμένος σε όλα τα πεδία και επίπεδα.

Νόμοι για (δήθεν) επιτάχυνση της ποινικής διαδικασίας. Ένα απρόσφορο ιδεολόγημα.

Τα τελευταία χρόνια γινόμαστε μάρτυρες της δημιουργίας και κραταίωσης ενός νέου θεσμού, που δεν προβλέπεται από την Ποινική Δικονομία αλλά την επηρεάζει άμεσα και καταλυτικά: περικοπές και εκπτώσεις δικονομικών δικαιωμάτων, δηλαδή των δικαιωμάτων του πολίτη (!), για χάρη της δήθεν “επιτάχυνσης” της ποινικής δίκης.
Στο βωμό της “επιτάχυνσης” πολλά και τρομερά συντελούνται: περικόπτονται ένδικα μέσα, περιτέμνεται και αποτέμνεται το καίριο στάδιο της ενδιάμεσης διαδικασίας ή καταργούνται τα ένδικα μέσα σ’ αυτό το στάδιο και όπως πάμε οι υποθέσεις θα εισάγονται κατευθείαν, χωρίς καμιά επεξεργασία στα ακροατήρια, αφαιρούνται δικονομικά δικαιώματα, περικόπτονται αναβολές και άλλα γνωστά.
Αποτέλεσμα: Υποθέσεις σημαντικής σοβαρότητας, για τις οποίες προβλέπονται ποινές κάθειρξης, και μάλιστα ισόβιας, εισάγονται χωρίς καμιά ουσιαστική επεξεργασία και χωρίς κανένα ουσιαστικό έλεγχο στα ακροατήρια, με προφανή δυσμενή αποτελέσματα και για τους πολίτες, που κάθονται στο εδώλιο χωρίς καν να διερευνηθεί επαρκώς αν υπάρχουν ενδείξεις ενοχής τους, και για τα Δικαστήρια, που χρεώνονται με ένα ανεπεξέργαστο όγκο υλικού, που μπορεί να είναι και ένα πλήθος σελίδων, ώστε πολλές φορές η ορθή κρίση της υπόθεσης να επαφίεται ουσιαστικά στο δευτεροβάθμιο Δικαστήριο. Το γεγονός ότι οι υποθέσεις, και μάλιστα οι σημαντικότερες από άποψη στατιστικής συχνότητας και ποινών, εισάγονται ανεπεξέργαστες στα ακροατήρια συντελεί, ως δευτερογενής παράγοντας, στην δυσλειτουργία του συστήματος της Ποινικής Δικαιοσύνης και στην επιβράδυνση των ποινικών υποθέσεων, διότι η συντριπτική πλειοψηφία τους εισάγεται στα δευτεροβάθμια Δικαστήρια, αφού ο πολίτης νοιώθει ότι αδικήθηκε.
Για την επιβράδυνση των ποινικών διαδικασιών, όπως είναι πασίδηλο σε όσους ασχολούνται με την Ποινική Δικαιοσύνη, δεν φταίνε, βέβαια, τα δικαιώματα του Πολίτη, που περικόπτονται, αλλά οι δομικές και λειτουργικές ατέλειες και η έλλειψη στρατηγικού σχεδιασμού του συστήματος της Ποινικής Δικαιοσύνης, οι γνωστές σε όλους (και στους ίδιους) ελλείψεις της ικανότητας χειρισμού των ποινικών υποθέσεων εκ μέρους δικαστών, εισαγγελέων και δικηγόρων, που οδηγούν πλήθος υποθέσεων σε αποτελμάτωση και δημιουργούν χρονοβόρες διαδικασίες, η αδυναμια εστιασμού στο κύριο και καίριο, η αδυναμία θήρευσης του ουσιώδους. Ακόμη κι αν περικοπεί όλη η προδικασία και εισάγονται οι κατηγορούμενοι κατ’ ευθείαν στο εδώλιο με συνοπτικές διαδικασίες (γιατί εκεί θα καταλήξουμε - καταντήσουμε στο τέλος) και πάλι, αν δεν υπάρχει η ικανότητα σωστού και αποτελεσματικού χειρισμού των ποινικών υποθέσεων, οι υποθέσεις θα ανακυκλώνονται και θα αναπαράγονται και έτσι πάλι θα προκαλείται επιβράδυνση της διεξαγωγής τους και επιμήκυνση του χρόνου της.
Οι ελληνικές δικαστικές αποφάσεις επίσης (δυστυχώς) δεν έχουν εξασφαλίσει την αναγκαία πειθώ ορθότητας απέναντι στους πολίτες. Η Ποινική Δικαιοσύνη πρέπει κυρίως να πείθει και όχι να πιέζει. Συνεπώς όλοι θεωρούν ότι αδικήθηκαν και είναι αυτονόητο ότι θα ασκήσουν όλα τα δυνατά σ’ αυτούς ένδικα μέσα.
Οι ατέλειες αυτές ριζώνουν ανεξάλειπτα στις πασίγνωστες αδυναμίες και δυσλειτουργίες του συστήματος εκπαίδευσης των Ελλήνων Νομικών, ξεκινώντας από τις Νομκές Σχολές και φτάνοντας μέχρι την άσκηση των Δικηγόρων και τη σχολή Δικαστών, καθώς και την σε ευρύτατη έκταση ανύπαρκτη δια βίου εκπαίδευσή τους, καθώς και στην εντελώς προβληματική εκπαίδευση των αστυνομικών και των άλλων ανακριτικών υπαλλήλων. Ειδικά, όπως όλοι ξέρουν, όσοι τελειώνουν τις Ελληνικές νομικές σχολές δεν έχουν τις αναγκαίες και επαρκείς γνώσεις για τη Νομική Πράξη και οι περισσότεροι δεν έχουν καθόλου γνώσεις για τη Νομική Πράξη (λες και οι Νομικές Επιστήμες είναι θεωρητικές και όχι εφαρμοσμένες επιστήμες !) και η μέγιστη πλειοψηφία των φοιτητών δεν παρακολουθεί τα μαθήματα, όχι βέβαια γιατί η μέγιστη πλειοψηφία των φοιτητών, και μάλιστα άριστοι φοιτητές, είναι δήθεν “κακοί φοιτητές”, όπως τους κατηγορούν, αλλά γιατί, προφανώς, δεν έχουν τα δημιουργικά και γόνιμα ερεθίσματα που θα τους προσελκύσουν στις πανεπιστημιακές αίθουσες.
Όταν μάλιστα κάποιοι πανεπιστημιακοί καθηγητές κατακρίνουν δικαστικές αποφάσεις, τον εαυτό τους κατακρίνουν ουσιαστικά, διότι οι δικαστές, των οποίων τις αποφάσεις κατηγορούν, δικοί τους φοιτητές υπήρξαν (δεν έγιναν δικαστικοί λειτουργοί με νομική παρθενογένεση).
Μία είναι η λύση: Να κάνουμε με ορθή γνώση και πράξη καλλίτερες νομικές δομές και με ορθή νομική και άλλη Παιδεία καλλίτερους προσωπικούς φορείς των νομικών δομών, που να έχουν βαθιά και λειτουργικά αποτελεσματική νομική σκέψη, γνώση και εμπειρία.
Όταν δυσλειτουργεί ένας κρατικός θεσμός, δεν φταίνε τα δικαιώματα των πολιτών, που είναι ταγμένος να εξυπηρετήσει. Μπορεί να φταίει ο ίδιος ο θεσμός και αυτοί που τον στελεχώνουν είτε πρόκειται για λειτουργούς της Δικαιοσύνης είτε για δικηγόρους είτε για ανακριτικούς υπαλλήλους.
Και η πολιτική εξουσία δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάει μια αλήθεια, που συνήθως απολησμονεί: Τελικά την δυλειτουργία οποιουδήποτε θεσμού την πληρώνει κυριολεκτικά (με τους φόρους του) και μεταφορικά ο πολίτης. Και οι πολίτες (σήμερα), στις δύσκολες, από πολλές πλευρές, συνθήκες, στις οποίες ζουν, δεν έχουν δυνατή φωνή αλλά έχουν ισχυρή μνήμη !

ΝΟΜΙΚΟΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΣ

ΣΩΦΡΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΩΦΡΟΝΙΣΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ

ΣΩΦΡΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ "ΣΩΦΡΟΝΙΣΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ"

ΕΝΑΣ ΑΝΤΙ-ΛΟΓΟΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΦΥΛΑΚΕΣ

Το σωφρονιστικό σύστημα χρειάζεται σωφρονισμό.
Είναι άφρον σωφρονιστικό σύστημα!
Οι νόμοι θα αλλάζουν και θα ξαναλλάζουν. Όμως ΟΙ ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΦΥΛΑΚΕΣ και άλλα ευαγή "σωφρονιστικά ιδρύματα" δεν θα αλλάζουν και θα παραμένουν απολιθωμένα.
Η λειτουργία του Ελληνικού σωφρονιστικού συστήματος δεν πρόκειται να αλλάξει χωρίς γενναίες τομές, που θα θεμελιώνονται στην κατανόηση της πραγματικότητας και της λειτουργικής φύσης του.
Η πρακτική εμπειρία μου σαν δικηγόρου από τις φυλακές μου λέει:
Όσο ΟΙ ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΦΥΛΑΚΕΣ ΘΑ ΕΙΝΑΙ ΑΠΟΘΗΚΕΣ για να στοιβάζονται, χωρίς λογική και παρά τη λογική, σώματα και ψυχές και όσο ο κρατούμενος θα πάσχει από καταλυτικό λίμνασμα του χρόνου του (και της ψυχής του), ΚΑΜΙΑ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΗ ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΔΕΝ ΘΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΣΤΙΣ ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΦΥΛΑΚΕΣ.
Η “επανακοινωνικοποίηση” βέβαια των κρατουμένων και η “βελτίωσή” τους και άλλα τέτοια φληναφήματα αντηχούν βέβαια μόνο σαν τραγικά αστεία σε όσους γνωρίζουν την κατάσταση στις ελληνικές φυλακές, που το μόνο που κάνουν είναι να επιφέρουν αποκοινωνικοποίηση και να μυούν τους πρωτόπειρους κρατουμένους στην εγκληματικότητα και να βελτιώνουν τους πεπειραμένους στην εγκληματική τεχνογνωσία και να τους μετεκπαιδεύουν.
Ένα σημαντικό πρόβλημα των κρατουμένων στις ελληνικές φυλακές είναι το λίμνασμα του χρόνου τους, η πλήρης αδυναμία τους να αξιοποιήσουν δημιουργικά το χρόνο τους.
Στις ελληνικές φυλακές υπάρχει μια άλλη θεωρία της σχετικότητας, που ούτε μπορούσε να φανταστεί ο Αϊνστάϊν: Ο χρόνος πάσχει από μια σχετική βραδύτητα, επιβραδύνεται ριζικά και στο τέλος χάνεται και μαζί του χάνεται η αίσθηση της πραγματικότητας και της κοινωνικής ζώης και η διάθεση και δίψα για ζωή.
Για να καταλάβουν όποιοι παίρνουν αποφάσεις αυτή την πραγματικότητα το καλλίτερο είναι ένα πραγματικό παράδειγμα: Ο κρατούμενος είναι ένας άνθρωπος, που έχει πολλά χρόνια στη φυλακή και του κάνω επισκεπτήριο. Ξαφνικά πιάνει βροχή. Ο κρατούμενος σηκώνεται ευγενικά και κλείνει το ανοικτό παράθυρο της μικρής αίθουσας, που γινόταν τότε το επισκεπτήριο. Γυρνάει και μου λέει: “Είδατε. Μετά από τόσα χρόνια εδώ μέσα μπορώ να καταλαβαίνω ακόμη ότι έξω βρέχει. Οι περισσότεροι εδώ μέσα ούτε το καταλαβαίνουν πια ούτε τους ενδιαφέρει”.
Πώς περιμένουμε σταλήθεια να κοινωνικοποιήσουμε ανθρώπους με ένα θεσμό, που τους αποκοινωνικοποιεί και τους ασυλοποιεί βγάζοντάς τους από την κοινωνική πραγματικότητα και βάζοντάς τους σε ένα αγιάτρευτο περιθώριο ; Σε χώρους, όπου ανεξάρτητα από το είδος και τα αίτια και τη βαρύτητα της πράξης τους μόνο παραβάτες του ποινικού νόμου θα συναναστραφούν ;
Αν δεν αλλάξουν οπτική και προοπτική εκείνοι που παίρνουν τις νομοθετικές αποφάσεις οι φυλακές μόνον βαρύτερη εγκληματικότητα και εχθρούς της κοινωνίας θα παράγουν και τότε “έσται η εσχάτη πλάνη χείρων της πρώτης”.
Είμαι (παρ)άφρονας γιατί πιστεύω ότι είναι δυνατός ο σωφρονισμός του ελληνικού σωσφρονιστικού συστήματος.
Είμαι στη διάθεση οποιουδήποτε για προτάσεις. Ξέρω ότι κανείς, εκτός από την Ένωση Ελλήνων Νομικών, δεν πρόκειται να με ακούσει.

Ελπιδοφόρος

ΚΑΚΟΔΙΚΙΟΥΠΟΛΗ

Αγαπητέ Νομικέ Παρατηρητή,
Συγχαρητήρια για το καταπληκτικό κείμενό σου, που εκφράζει τη μεγάλη πλειοψηφία όσων ασχολούνται ενεργά με την Ποινική Δικαιοσύνη και σκέφτονται ακριβώς όσα γράφεις αλλά δεν τα λένε φωναχτά παρά μόνο στις παρέες τους !
Θέλω να σας φέρω σαν πρακτικό παράδειγμα μια φανταστική δικάσιμο από τη φανταστική “Κακοδικιούπολη”.
Σ’ αυτή την πόλη περιμένετε σ’ ενα Δικαστήριο σαν το Τριμελές Πλημμελειοδικείο για να δικασθεί η υπόθεσή σας, που έχει έναν από τους πρώτους αριθμούς του πινακίου. Εύλογα δεν απομακρύνεστε, μένετε στην αίθουσα και έχετε το νου σας. Το Δικαστήριο αναβάλλει μία υπόθεση, εκδικάζει άλλη μία και περατώνει ολόκληρη την υπόλοιπη δικάσιμο με ακόμη μία υπόθεση αναβάλλοντας στις τρεις όλες τις άλλες υποθέσεις του πινακίου λόγω ωραρίου ! Στην τρίτη υπόθεση έχει κληθεί πλήθος μαρτύρων, που είτε λένε τα ίδια είτε δεν γνωρίζουν κάτι από δική τους αντίληψη αλλά λένε τι άκουσαν σαν φήμες, κουτσομπολιά και συζητήσεις. Το δικαστήριο και ο εισαγγελέας μπορεί να αγνοούν στοιχειώδη πράγματα, όπως πότε μπορούν να διαβασθούν στην ποινική δίκη έγγραφα (μπορεί να νομίζουν ότι έγγραφα διαβάζονται μόνο στο στάδιο των αναγνωστέων εγγράφων, αλλά δεν μπορούν να διαβασθούν ούτε πριν ούτε μετά). Μπορεί να αρνούνται μάλιστα, κατ’ αρχάς, να διαβάσουν έγγραφα, τα οποία έχει φέρει ο κατηγορούμενος και ζητεί την ανάγνωσή τους κατά το στάδιο της απολογίας του.
Οι συνήγοροι, αντί να συμβάλουν στην προαγωγή της εξέλιξης της υπόθεσης, αναλίσκονται σε προσωπικές αντιδικίες, αντιμαχίες και αντεγκλήσεις.
Και ένα πλήθος υποθέσεων, που είχαν προσδιορισθεί για να δικασθούν κατά τη συγκεκριμένη δικάσιμο, αναβάλλονται για άλλη πιο τυχερή γι’ αυτές δικάσιμο (μεταξύ των οποίων υποθέσεις με τραγικούς παθόντες).
Το Δικαστήριο μπορεί, αν και κατανοεί, όπως οποιοσδήποτε λογικός άνθρωπος, ότι αδυνατεί να διεκπεραιώσει την τρίτη υπόθεση που δικάζει (π.χ. έχει περάσει η ώρα 2.30 και έχει να εξετάσει μάρτυρες, απολογία κατηγορουμένου, αγορεύσεις κλπ), δεν αναβάλλει τις υπόλοιπες υποθέσεις, με αποτέλεσμα γηραιός δικηγόρος, στα όρια εμφράγματος, να διαμαρτυρηθεί έντονα, να διακοπεί η συνεδρίαση και τότε να αναβληθούν οι επόμενες υποθέσεις.
Αυτά βέβαια δεν συμβαίνουν σε Ελληνικά Δικαστήρια.
Αν όμως συνέβαιναν, πώς θα ήταν δυνατό κανείς να πιστεύει ότι, εφόσον επικρατούν τέτοιες συνθήκες, είναι ποτέ δυνατό, αλλάζοντας απλώς τους νόμους, που είναι ένα εποικοδόμημα, να αλλάξεις τη λειτουργία του συστήματος της Δικαιοσύνης ;
Όσοι παίρνετε αποφάσεις γνωρίστε τη φύση του πράγματος, για να μπορείτε να αλλάξατε το ίδιο το πράγμα !
Και δεν μπορείτε να μάθετε τη φύση του πράγματος παρά μόνον από όσους βιώνουν το πράγμα, τους οποίους εσείς εντελώς τους αγνοείτε !
Κωνσταντίνος